H πνευματική επανάσταση η οποία ξέσπασε στην Ευρώπη ανάμεσα στον 16ο και 18ο αιώνα ανέτρεψε τον μέχρι τότε τρόπο σκέψης και αντίληψης του κόσμου. Αν και η επιστήμη γεννήθηκε μέσα από τα σπλάχνα της θρησκείας η μητροκτόνος σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Η Εκκλησία έκανε τα πάντα για να αποφύγει το μοιραίο. Όμως ο κατ΄ οίκον περιορισμός του Γαλιλαίου και η πυρπόληση του Τζιορντάνο Μπρούνο από την Ιερά Εξέταση δεν κατάφεραν να αναστρέψουν τον οριστικό θρίαμβο της επιστήμης. Η βιομηχανική επανάσταση του 19ου αιώνα και η σχάση του ατόμου τον 20ο αιώνα ήταν η χαριστική βολή. Σήμερα, σε μια εποχή ιδεολογικών αναταράξεων, όπου ο ισλαμικός φανατισμός τροφοδοτεί την παγκόσμια τρομοκρατία και οι χριστιανοί υπερσυντηρητικοί επανακάμπτουν αμφισβητώντας την εξελικτική θεωρία, τα αναχώματα ανάμεσα στις δύο φαινομενικά αντίπαλες κοσμοθεωρίες υψώνονται πάλι, σαν ο πόλεμος ανάμεσά τους να μην κόπασε ποτέ. Επιφανείς διανοητές - όπως ο Ρίτσαρντ Ντόκινς στο πρόσφατο βιβλίο του («Η περί Θεού αυταπάτη») - παίρνουν μια ακραία πολεμική στάση εναντίον της θρησκείας, κατηγορώντας την για μισαλλοδοξία και λογική ασυνέπεια, και (επανα)προτάσσοντας ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της υπεροχής της επιστήμης.
Αδιαμφισβήτητα, η επεξηγηματική ισχύς της επιστήμης, καθώς και η επιτυχία της να προσφέρει θεαματικές τεχνολογικές ανακαλύψεις, δείχνουν να καθιστούν την οποιαδήποτε σύγκριση μάλλον περιττή. Θα πρέπει να είναι κανείς επίμονα εθελοτυφλών για να ισχυρίζεται τις ανοησίες των δημιουργιστών. Μάλιστα, οι περισσότεροι θρησκευόμενοι – λογικά σκεπτόμενα όντα και αυτοί - παραδέχονται ότι η επιστήμη εξηγεί το φυσικό κόσμο με τόσο σαφή και λογικό τρόπο που η θρησκεία οφείλει να αναθεωρήσει την κυριολεκτική ερμηνεία των ιερών γραφών της και να επιδιώξει καταφύγιο στην αλληγορία. Ο επιστημονικός τρόπος σκέψης έχει ταυτιστεί στη συνείδησή μας με τη λογική, τη νηφαλιότητα και, ακόμα, με τη δημοκρατία. Οποιαδήποτε παρέκκλιση επισείει το σκέλεθρο της δεισιδαιμονίας, του ολοκληρωτισμού, της καταπίεσης της ελευθερίας της σκέψης, και της παλινδρόμησης στην τυραννία και στον σκοταδισμό.
Η επιστήμη δεν χρειάζεται ακόμα έναν υπερασπιστή. Στόχος μου είναι - χωρίς διάθεση να υπερασπιστώ τη θρησκεία - να επισημάνω ορισμένα χαρακτηριστικά της επιστήμης τα οποία θεωρώ ότι προσομοιάζουν στη θρησκεία σε τέτοιο βαθμό ώστε να μου προκαλούν ανησυχία. Θα εστιάσω εν συντομία σε τρία από αυτά.
Κι όμως, όπως έδειξε ο Σκοτσέζος φιλόσοφος Ντέιβιντ Χιουμ (1711-1776), το πρόβλημα με το πείραμα είναι ότι - πάντα και αναπόφευκτα - οι επιστήμονες χρησιμοποιούν επαγωγικό λογισμό για να γενικεύσουν τα αποτελέσματα των πειραμάτων τους και να διατυπώσουν μια φυσιοκρατική εξήγηση των φαινομένων. Το πρόβλημα με τον επαγωγικό λογισμό είναι ότι δεν μπορεί να είναι κανείς ποτέ απολύτως βέβαιος ότι τα αποτελέσματα ενός πειράματος μπορούν να επαναληφθούν παντού και πάντα. Ο επιστήμονας πρέπει επίσης να πιστέψει στη γενίκευση που διατυπώνει. Ο Καρλ Πόπερ (1902-1994) επιχείρησε να αντιμετωπίσει τον Χιουμ μέσω της ιδέας της διαψευσιμότητας: μια θεωρία είναι επιστημονική, όχι όταν επιβεβαιώνεται από το πείραμα, αλλά μόνον όταν μπορεί να διαψευσθεί. Αλλά και αυτή η ιδέα πάσχει αφού η οι επιστημονικές θεωρίες δεν ανατρέπονται αναγκαστικά όταν ένα γεγονός δεν συμφωνεί με τη θεωρία, όπως έχει επανειλημμένα συμβεί στην ιστορία της επιστήμης. Συχνά, οι θεωρίες απλώς διορθώνονται. Φυσικά, υπάρχουν και επιστήμες (όπως η κοινωνιολογία και τα οικονομικά) οι οποίες δεν εμπεριέχουν το πείραμα, αλλά ο Πόπερ εννοούσε κυρίως την πιο θεμελιώδη επιστήμη, η οποία είναι η φυσική.
Εντός των επομένων μηνών θα έχουμε την ιστορική ευκαιρία να διαπιστώσουμε (ή να διαψεύσουμε) την επιτυχία της σύγχρονης φυσικής. Στο CERN θα αναζητηθεί η πειραματική απόδειξη του σωματιδίου Χιγκς το οποίο, σύμφωνα με το Ενοποιημένο Μοντέλο, δίνει τη μάζα στην ύλη. Αλλά, αναρωτιέμαι, κι αν ακόμα «βρεθεί» το Χιγκς θα έχουμε όντως απαντήσει το αίνιγμα της δημιουργίας; Η σύγχρονη φυσική, κυρίως η κβαντική, έχει περιέλθει από τις αρχές του 20ου αιώνα στην μαθηματική περιγραφή ενός αόρατου κόσμου πέρα από τις αισθήσεις, κι ακόμα πιο πέρα από την κατανόησή μας. Το σωματίδιο Χιγκς, όπως τα φωτόνια, τα κουαρκς, τα σωματίδια πεδίων, είναι μαθηματικές έννοιες που κατοικούν έναν ιδεατό κόσμο μακριά από τον ρεαλισμό με τον οποίο υποτίθεται η επιστήμη ερμηνεύει τον κόσμο. Παρατηρούμε τα αποτελέσματα της θεωρητικής τους ύπαρξης αλλά όχι τα αντικείμενα αυτά καθαυτά. Το «Άγιο Δισκοπότηρο της Φυσικής», η αναζήτηση δηλαδή μιας Μεγάλης Ενοποιητικής Θεωρίας (π.χ. μέσω της θεωρίας των χορδών), ακούγεται ως ύποπτο υποκατάστατο ενός απρόσωπου, μαθηματικού δημιουργού – τον οποίο ποτέ δεν θα γνωρίσουμε αφού η πειραματική του απόδειξη θα βρίσκεται πάντα πέρα από τις ικανότητές μας. Κατά πόσον λοιπόν αυτή η επιστημονική «εξήγηση» διαφέρει από τη θέση της θρησκείας περί της ύπαρξης ενός αόρατου - και άγνωστου κατά βάθος - Θεού; Κατά τη γνώμη μου, ελάχιστα. Αναρωτιέμαι μάλιστα αν μια μη-μονοθεϊστική κοινωνία θα είχε την ίδια μονομανία για μια επιστημονικά ενοποιητική θεωρία, σε σύγκριση με μια πολυθεϊστική. Γιατί η φύση θα πρέπει να έχει μια και μοναδική αιτία; Γιατί όχι δύο, ή τρείς, ή άπειρες;
No comments:
Post a Comment