Tuesday, October 20, 2009

Κλιματική Αλλαγή: Μύθοι, πραγματικότητες και πολιτικές επιλογές

Η επιστήμη του κλίματος - όπως και κάθε επιστήμη - είναι γεμάτη από σιγουριές αλλά και από αβεβαιότητες. Ας δούμε πρώτα τις σιγουριές: ο πλανήτης μας θερμαίνεται. Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε κατά 0,6 oC εντός του 20ου αιώνα, ενώ η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα (ενός από τα αέρια του θερμοκηπίου) είναι 30% υψηλότερη από αυτή που υπήρχε πριν το 1800, κυρίως λόγω της καύσης υδρογονανθράκων. Αν και η σχέση ανάμεσα στην αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου και της πλανητικής θέρμανσης δεν μπορεί να επαληθευθεί με απόλυτη βεβαιότητα, η συντριπτική πλειοψηφία των επιστημόνων συναινούν στον ανθρωπογενή χαρακτήρα της κλιματικής αλλαγής. Φυσικά, ένα πλήθος από κλιματολογικά στοιχεία αντιβαίνει στην συναίνεση αυτή. Για παράδειγμα, μετρήσεις στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας που δείχνουν ότι η θερμοκρασία έχει ελάχιστα μεταβληθεί, ή μετρήσεις στα βάθη των ωκεανών όπου η θερμοκρασία έχει παραδόξως πέσει. Το κλίμα της Γης είναι η συνισταμένη πολλών φυσικών μηχανισμών ανάδρασης τους οποίους δεν καταλαβαίνουμε ακόμα πλήρως. Επιπλέον, η αλλαγή του κλίματος είναι μια κατά βάση φυσική διαδικασία. Η ιστορία του κλίματος δείχνει ότι πριν 500 εκατομμύρια χρόνια η θερμοκρασία ήταν 8 βαθμούς υψηλότερη και τα αέρια του θερμοκηπίου πολλές φορές περισσότερα. Η Ανταρκτική πάγωσε πριν 30 εκατομμύρια χρόνια, μάλλον εξαιτίας τεκτονικών αλλαγών που εμπόδισαν τη ροή των ωκεάνιων ρευμάτων. Οι θερμοκρασίες συνέχισαν να πέφτουν ώσπου πριν 3 εκατομμύρια χρόνια ο πλανήτης μας μπήκε σε μια περίοδο ταλαντώσεων ανάμεσα σε εποχές παγετώνων, η τελευταία εκ των οποίων τέλειωσε πριν 10.000 χρόνια. Έκτοτε ζούμε σε αυτό που οι επιστήμονες ονομάζουν «μακρύ καλοκαίρι» - και δεν είναι τυχαίο ότι η γεωργία και ο ανθρώπινος πολιτισμός ξεκίνησε τότε.

Τα μαθηματικά μοντέλα για το κλίμα είναι ακόμα ατελή, ωστόσο βελτιώνονται διαρκώς και τα καλύτερα από αυτά προβλέπουν, ως πιο πιθανό σενάριο, περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1 oC μέσα στα επόμενα 50 με 100 χρόνια.

Επιστήμη και πολιτική

Η επιστημονική συναίνεση μπορεί να μην σημαίνει απόλυτη βεβαιότητα, ωστόσο συνιστά το καλύτερο δυνατό δεδομένο που έχουμε στη διάθεσή μας όταν πρόκειται να αποφασίσουμε πολιτικές. Όμως οι αποφάσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν βασίζονται μόνο στην επιστήμη του κλίματος αλλά και στην οικονομική ανάλυση. Ειδικά, είναι η δεύτερη η οποία παίζει τον βαρύνοντα ρόλο στην πρόβλεψη των πιθανών μελλοντικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Και εδώ, δεν υπάρχει καμία συναίνεση.

Για παράδειγμα, η αναφορά Stern προς τη Βρετανική Κυβέρνηση - η οποία υπολογίζει το κοινωνικό-οικονομικό κόστος της κλιματικής αλλαγής σε 86 δολάρια ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα - θεωρείται από τους περισσότερους οικονομολόγους ως λανθασμένη (οι περισσότεροι το υπολογίζουν ανάμεσα στα 2 και 12 δολάρια). Περισσότερο αξιόπιστες προβλέψεις υπολογίζουν το κόστος της κλιματικής αλλαγής στα 22 τρισεκατομμύρια δολάρια (αν η θερμοκρασία αυξηθεί κατά 3 oC, το οποίο είναι ένα πολύ «χειρότερο» σενάριο). Η επίκληση του Αλ Γκόρ για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% στις ανεπτυγμένες χώρες και κατά 50% στις υπόλοιπες θα μείωνε το κόστος αυτό στα 10 τρις, ωστόσο θα κόστιζε για να εφαρμοστεί 34 τρις.

Στο επίκεντρο των πολιτικών του κλίματος βρίσκεται η λογική ότι μειώνοντας την εκπομπή αερίων θα «επισκευάσουμε» το κλίμα της Γης. Κι όμως, κάτι τέτοιο είναι ένας ευσεβής πόθος και τίποτα περισσότερο. Το κλίμα είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη συνισταμένη ενός πλήθους παραγόντων και είναι τουλάχιστον αφελές να πιστεύουμε ότι «επισκευάζεται» τόσο εύκολα και απλά. Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να εμποδίζει τους πολιτικούς να σχεδιάζουν και να διακυρήσσουν πολιτικές επισκευής του κλίματος. Ας δούμε τις κυριότερες από αυτές, και συγκεκριμένα την πολιτική «cap-and-trade» και την επιβολή «πράσινου φόρου».

Η αναποτελεσματικότητα του Κιότο

Η δημιουργία αγορών εκπομπών τύπου cap-and-trade, οι οποίες επιτρέπουν σε εταιρίες και κυβερνήσεις να εμπορεύονται δικαιώματα εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου μέσα σε συγκεκριμένα όρια, δεν είναι οικονομικά αποτελεσματικές. Δημιουργούν συνθήκες ανάπτυξης καρτέλ που αναζητά να εκμεταλλευτεί το σύστημα και να βγάλει κέρδη. Η γραφειοκρατία που υποτίθεται επιβλέπει και συντηρεί το σύστημα συναλλάσσεται με επαγγελματίες λομπίστες και εταιρίες με πολιτικές διασυνδέσεις που επιζητούν ολοένα και περισσότερα credits, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Στην πραγματικότητα, δεν υφίστανται συνθήκες ανοιχτής αγοράς στο cap-and-trade αλλά ένα κλειστό περιβάλλον ανταγωνισμού για επιλεγμένους και καλά διασυνδεδεμένους παίκτες. Επιπλέον ο έλεγχος που ασκούν στην αγορά αυτή οι κυβερνήσεις είναι σημαντικός. Αντίθετα με ότι ισχυρίζονται στα φόρουμ για το περιβάλλον οι δυτικοί ηγέτες, στην πραγματικότητα δεν επιθυμούν να απωλέσουν το δικαίωμα των κυβερνήσεών τους για τη διαμόρφωση μακροοικονομικού σχεδιασμού. Όλοι γνωρίζουν ότι αν μειωνόταν η κατανάλωση υδρογονανθράκων, οι επιπτώσεις στην οικονομία θα ήταν από δυσμενείς έως καταστροφικές. Πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού, ανεργία, θα ήταν μερικά από τα αποτελέσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τα μεγάλα λόγια κανένα μέλος της ΕΕ δεν έχει πετύχει τους στόχους του Κιότο (οι μόνες χώρες που το έχουν πετύχει είναι εκείνες που ξεκίνησαν να παίρνουν μέτρα μείωσης των εκπομπών πριν την υπογραφή του Κιότο που έγινε το 1997, η οποία συνθήκη όμως θεωρεί το 1990 ως έτος βάσης). Επίσης, συνθήκες τύπου Κιότο δεν θα είχαν ούτως ή άλλως κανένα σημαντικό αποτέλεσμα στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου αφού δεν επιβάλλουν περιορισμούς στην Ινδία και την Κίνα, αμφότερες οι οποίες έχουν αρνηθεί δημόσια να αποδεχθούν περιορισμούς που θα έθεταν σε κίνδυνο την οικονομική τους ανάπτυξη.

Εναλλακτικά, οι δυτικές κυβερνήσεις θα μπορούσαν να επιβάλλουν ένα «πράσινο φόρο», κάτι που θα ήταν σαφώς πιο οικονομικά αποτελεσματικό. Ένα τέτοιο μέτρο όμως θα ήταν ιδιαίτερα απεχθές στους ψηφοφόρους, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ όπου οι κυβερνήσεις ήδη υπερφορολογούν τα καύσιμα.

Οι ιστορικές και οικονομικές συγκυρίες πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη. Το τέλος της δεκαετίας του 90, όταν υπογραφόταν το Κιότο, ήταν μια διαφορετική εποχή. Σήμερα ο κόσμος αντιμετωπίζει μια βαθιά οικονομική κρίση, ενώ η ανεργία και ο πληθωρισμός απειλούν τις συνθήκες διαβίωσης στις ανεπτυγμένες χώρες. Η πρόσφατη αιχμή στην τιμή του πετρελαίου έδειξε πόσο ευάλωτες είναι οι κοινωνίες μας. Αναρωτιέμαι αν θα υπάρξει κάποιος δυτικός πολιτικός, έχων σώας τας φρένας, ο οποίος θα απαιτήσει να προστεθούν επιπλέον φόροι στα καύσιμα, αυξάνοντας έτσι το κόστος ζωής για τους καταναλωτές, ώστε τα τρισέγγονά μας εκατό χρόνια από σήμερα να μπορέσουν (χωρίς να είναι καν βέβαιο) να ζήσουν σε έναν πλανήτη με πάγους και πολικές αρκούδες. Δυστυχώς, αυτοί οι ίδιοι οι πολιτικοί, αναλογιζόμενοι το πολιτικό κόστος, δεν πρόκειται να παραδεχθούν ποτέ ότι οι υπάρχουσες πολιτικές για το κλίμα είναι είτε πρακτικά ανεφάρμοστες είτε απλά κακές. Τουτέστιν, θα συνεχίσουμε να ακούμε μεγάλα λόγια και να μην βλέπουμε να γίνεται τίποτα ουσιαστικό.

Ένας πλανήτης χωρίς πετρέλαιο;

Τα γνωστά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που υπάρχουν στη Γη είναι μη-ανανεώσιμα ωστόσο αρκούν, σύμφωνα με τους καλύτερους υπολογισμούς, για είκοσι ή τριάντα ακόμα χρόνια. Η απελευθέρωση του Αρκτικού Ωκεανού από τους πάγους, η εκμετάλλευση βαθύτερων υποθαλάσσιων κοιτασμάτων και η εξόρυξη κοιτασμάτων πίσσας θα μπορούσε να προσφέρει πετρέλαιο για άλλα διακόσια χρόνια. Επιπλέον τα κοιτάσματα άνθρακα θεωρούνται ότι αρκούν για άλλα τριακόσια χρόνια. Ο πλανήτης μας δεν υποφέρει από έλλειψη ενεργειακών αποθεμάτων. Ωστόσο, κι αν ακόμα υποθέσουμε ότι τα κλιματικά μοντέλα που προβλέπουν σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας και συνθήκες αποκάλυψης είναι λανθασμένα, υπάρχουν σημαντικοί γεωπολιτικοί και οικονομικοί λόγοι για τους οποίους ο δυτικός κόσμος θα πρέπει να στραφεί σε νέες, εναλλακτικές και ανανεώσιμες μορφές ενέργειας. Η ένταση με το Ιράν, η πρόσφατη κρίση στη Γεωργία, τα παραληρήματα του Τσάβες, ένας μελλοντικός ανταγωνισμός στον Αρκτικό Ωκεανό, η αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, δείχνουν ξεκάθαρα πόσο επικίνδυνο είναι να συνεχίζουμε τις παλιές συνήθειες.

Ωστόσο η ενεργειακή απεξάρτηση της Δύσης δεν πρόκειται να συμβεί σύντομα. Σήμερα οι υδρογονάνθρακες – άνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο – παρέχουν πάνω από τρία τέταρτα της παγκόσμιας ενέργειας. Σημαντικές επενδύσεις από κυβερνήσεις και ιδιωτικά κεφάλαια θα πρέπει να εστιαστούν στην έρευνα και ανάπτυξη ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, όπως η αιολική, η ηλιακή, αλλά και η πυρηνική, όπως και στην έρευνα για εντελώς νέες μορφές ενέργειας, π.χ. η ενέργεια του κενού.

Μέχρι τότε θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η κλιματική αλλαγή είναι κάτι αναπόφευκτο και η καλύτερη πολιτική είναι όχι εκείνη που προσπαθεί να την αποφύγει επί ματαίω, αλλά εκείνη που προετοιμάζει την ανθρωπότητα για να την δεχτεί, εξοπλίζοντας την με την κατάλληλη γνώση και τεχνολογία.

Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή σημαίνει επίσης τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της ανθρωπότητας. Ο λόγος που η Ολλανδία μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα την εισχώρηση της θάλασσας στο έδαφός της από το Μπαγκλαντές είναι η διαφορά στον πλούτο ανάμεσα στις δυό χώρες. Ένα πλούσιο Μπαγκλαντές θα μπορέσει κάποτε να αντιμετωπίσει τις κλιματικές αλλαγές και να προστατέψει τους πολίτες του και τις περιουσίες τους. Το ίδιο ισχύει για τις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής που υποφέρουν από λειψυδρία ή βλέπουν το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού τους να χάνεται εξαιτίας του AIDS ή της ελονοσίας. Οι πλούσιες χώρες έχουν την ηθική υποχρέωση αλλά και το πρακτικό συμφέρον να υποστηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη των φτωχότερων χωρών. Υλοποιώντας πολιτικές τύπου Κιότο και βάζοντας φόρους όχι μόνον δεν βοηθάμε τους φτωχούς να γίνουν πλουσιότεροι, αλλά τους καταδικάζουμε για πάντα στη φτώχια και την αρρώστια, δυναμιτίζοντας ταυτόχρονα τα θεμέλια της δικής μας ευμάρειας και οικονομικής ανάπτυξης.

Χίμαιρες και Υβρίδια

Η ιατρική έρευνα στα βλαστοκύτταρα αποτελεί σήμερα την πρώτη γραμμή της ανθρωπότητας στην αντιμετώπιση ενός πλήθους ασθενειών, από τον καρκίνο και τις καρδιοπάθειες ως τις γενετικές και τις νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Για να μπορέσουν οι επιστήμονες να πραγματοποιήσουν τις έρευνές τους χρειάζονται βλαστοκύτταρα, τα οποία δημιουργούνται συνήθως μέσω της «θεραπευτικής», όπως ονομάζεται, κλωνοποίησης. Δηλαδή, αφού αφαιρεθεί από ένα ανθρώπινο ωάριο το γονιδίωμά του, εισάγεται εντός του το γονιδίωμα του ασθενή. Αυτό που προκύπτει είναι ένα κλωνοποιημένο έμβρυο του οποίου το γενετικό υλικό προέρχεται από έναν μόνον γονέα. Η θεραπευτική κλωνοποίηση θέτει αρκετά ηθικά διλήμματα, αλλά και ένα τεράστιο τεχνικό πρόβλημα: δεν υπάρχουν αρκετά ανθρώπινα ωάρια διαθέσιμα για επιστημονική έρευνα.

Για να λύσουν αυτό το τεχνικό πρόβλημα οι επιστήμονες στράφηκαν στη σύντηξη ανθρώπινων κυττάρων και ωαρίων από ζώα, δημιουργώντας «μικτά» έμβρυα και, φυσικά, νέα ηθικά διλήμματα. Ένα «μικτό» έμβρυο θα μπρούσε να δημιουργηθεί εξάγοντας ένα κύτταρο από έναν ασθενή και εισάγοντάς το σε ένα «άδειο» (δηλαδή χωρίς τον πυρήνα του) ωάριο από μια αγελάδα ή ένα κουνέλι. Με τη βοήθεια μιας ηλεκτρικής εκκένωσης τα δύο αυτά κύτταρα συντήκονται και σχηματίζουν ένα έμβρυο το οποίο είναι 99,9% άνθρωπος και 0,1% ζώο. Τα εμβρυακά βλαστοκύτταρα που θα προκύψουν από αυτό το έμβρυο μπορούν τότε να διαμορφωθούν σε νεύρα ή κάποιου άλλου είδους ανθρώπινο ιστό, προσφέροντας την ευκαιρία στους επιστήμονες να μελετήσουν τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται μια ασθένεια και, έτσι, να ανακαλύψουν τη θεραπεία της.

Πρόσφατα στη Βρετανία, δύο ερευνητικά εργαστήρια που επιθυμούσαν να κάνουν έρευνα χρησιμοποιώντας «μικτά» έμβρυα (τα οποία μπορεί να είναι διαφόρων τύπων – βλ. Πλαίσιο), ζήτησαν σχετική άδεια ξεκινώντας έτσι έναν κύκλο διαβουλεύσεων ο οποίος, ύστερα από πολλά σκαμπανεβάσματα, κατέληξε σε ένα σχέδιο νόμου. Τα «σκαμπανεβάσματα» αυτά είναι ένα πολύ συχνό φαινόμενο σε θέματα «βιοηθικής». Πώς πρέπει να αντιδρά μια κοινωνία μπροστά σε προκλήσεις ηθικής οι οποίες τίθενται από την ραγδαία εξέλιξη της βιοτεχνολογίας; Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο ερώτημα το οποίο, δυστυχώς, μέχρι σήμερα έχει απαντηθεί με τον λιγότερο δημοκρατικό τρόπο. Οι σχετικές διαβουλεύσεις διεξάγονται συνοπτικά μεταξύ κοινοβουλευτικών επιτροπών, επιτροπών βιοηθικής απαρτιζομένων από διορισμένα μέλη, και «ενδιαφερόμενων ομάδων» όπως επιστημονικές ενώσεις, εκπρόσωποι βιομηχανιών, αλλά και εκκλησιαστικές οργανώσεις. Τα μίντια συνήθως στέκονται αμήχανα μπροστά σε έναν τέτοιο, πολωμένο συνήθως, διάλογο, επιλέγοντας κατά κανόνα να σταθούν με το μέρος των «συντηρητικών», δηλαδή εκείνων που δεν θέλουν να γίνει καμία απολύτως έρευνα. «Χίμαιρες» και «υβρίδια» χαρακτηρίζονται έτσι συλλήβδην ως τρομακτικές κατασκευές που προαναγγέλουν έναν εφιαλτικό κόσμο επιστημονικής φρίκης. Αυτοί που δεν ρωτώνται καθόλου είναι, περιέργως, οι ίδιοι οι πολίτες, στο όνομα των οποίων γίνεται ο διάλογος! Και εδώ ακριβώς ελλοχεύει, όχι μόνον μια μεγάλη ειρωνία, αλλά και η αιτία για την οποία οι αποφάσεις που λαμβάνονται για τον περιορισμό ή μη της βιοτεχνολογικής έρευνας είναι ως επί το πλείστον κοντόφθαλμες και, πολύ πιθανόν, επικίνδυνες για το μέλλον.

Η επιστημονική έρευνα δεν είναι ποτέ πανάκεια, ούτε είναι πάντα καλοπροαίρετη, και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι πρέπει να τίθεται εντός ενός δημοκρατικού κανονιστικού πλαισίου. Αυτό το πλαίσιο ωστόσο θα πρέπει να διαμορφώνεται ζητώντας και την άποψη ομάδων πολιτών, με σύνθεση που να αντανακλά τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της κάθε κοινωνίας. Εκείνοι είναι που πρέπει να αναρρωτηθούν, τελικά, τι επιθυμούν: να συνεχιστεί η έρευνα που πιθανόν να γιατρέψει τους ίδιους και τα παιδιά τους στο μέλλον – ή όχι; Και υπό ποίες συνθήκες; Τί πρέπει να επιτρέπεται, και τί όχι; Ο «κοινός νους», η βάση της δημοκρατίας, πρέπει να εφαρμοσθεί επίσης στα θέματα της επιστημονικής διακυβέρνησης. Ας μην ξεχνάμε ότι η επιστήμη είναι αγαθό που παράγεται από την ανθρώπινη κοινωνία και που τελικά ανήκει σε αυτήν, δηλαδή σε όλους μας.

Χίμαιρες και υβρίδια

Μια «ανθρώπινη χίμαιρα» είναι ένα έμβρυο το οποίο εμπεριέχει και κύτταρα από ένα ζώο. Ένα «υβρίδιο έμβρυο» προκύπτει γοιμοποιώντας ένα ωάριο ζώου με ανθρώπινο σπέρμα, ή αντίθετα. Ένα «κυτοπλασμικό υβρίδιο» είναι ένα έμβρυο το οποίο προκύπτει ενχύοντας ανθρώπινο DNA μέσα σε άνα άδειο ωάριο ζώου.

Πού επιτρέπεται και πού όχι

Η δημιουργία υβριδίων και χιμαιρών απαγορεύεται σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και Αυστραλία. Στην Βρετανία υπάρχει σχέδιο νόμου που επιτρέπει μόνον τα κυτοπλασμικά υβρίδια, τα οποία ωστόσο πρέπει να καταστραφούν ύστερα από 14 μέρες ενώ απαγορεύεται ρητά η εμφύτευσή τους σε μήτρα. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σχετική νομοθεσία, αλλά ούτε και σχετικός προβληματισμός αφού, έως σήμερα, δεν γίνεται τέτοιου είδους έρευνα σε ελληνικά ερευνητικά εργαστήρια.

H ανακάλυψη της θηλυκότητας

Σήμερα θεωρούμε την ιδέα της θηλυκότητας δεδομένη, κι ας την ερμηνεύει ο καθ΄ ένας με όποιον τρόπο θέλει. Αν σας ρωτούσα τι είναι πιθανόν να μου απαντούσατε ότι αποτελεί την πεμπτουσία του γυναικείου φύλου, το je ne sais quoi που κάνει τις γυναίκες να διαφέρουν από τους άντρες, συμπληρωματικές μεν αλλά και ανταγωνιστικές προς αυτούς, και μερικές φορές σχεδόν από άλλο πλανήτη. Μόνο που η θηλυκότητα – σαν τον αέρα ή το νερό – δεν είναι καθόλου μα καθόλου χειροπιαστή. Ξεφυλλίστε το περιοδικό που κρατάτε στα χέρια σας, ρίξτε μια ματιά στις διαφημίσεις, στα μοντέλα που ποζάρουν και θα δείτε τις πολλές και διαφορετικές εκδοχές του θηλυκού τον 21ο αιώνα. Η μοντέρνα γυναίκα έχει τόσα πρόσωπα και τόσες εκδοχές όσες ορίζουν η φαντασία του κάθε στιλίστα, αλλά και του κάθε ποιητή, συγγραφέα, ψυχολόγου ή καλλιτέχνη.

Δεν ήταν πάντα έτσι. Υπήρχε μια εποχή που η ιδέα της θηλυκότητας δεν υπήρχε καν. Θα πρέπει κανείς να ανατρέξει στην ιστορία της τέχνης για να αναδιφήσει πότε και με ποιόν τρόπο η ανθρωπότητα ανακάλυψε – κυριολεκτικά – την έννοια του θηλυκού που έχουμε σήμερα: την άστατη, απρόβλεπτη, ανείπωτα μυστηριώδη και τυραννικά ποθητή, ιδεατή γυναίκα. Θα πρέπει να πάμε πίσω στην Αρχαία Ελλάδα, εκεί που γεννήθηκε η κοσμική τέχνη.

Στην αυστηρά ανδροκρατούμενη κοινωνία της αρχαϊκής και κλασσικής εποχής οι γυναίκες περιορίζονταν στο ρόλο είτε της παρθένας (πριν το γάμο) είτε της παντρεμένης μητέρας-δέσποινας, αμφότεροι ρόλοι καθορισμένοι απόλυτα από τους άντρες-κηδεμόνες τους, τον πατέρα ή τον σύζυγο. Το ερωτικό ιδεώδες ήταν οι νεαροί άρρενες έφηβοι, στους οποίους οι άντρες έβλεπαν να αντικατοπτρίζεται το είδωλό τους, ένα είδωλο με τέλειες αναλογίες και θεϊκές ικανότητες. Για αιώνες, τα μόνα γυμνά αγάλματα απεικονίζουν άρρενες θεούς ή ημίθεους ή κούρους, νεαρά δηλαδή αγόρια. Οι κόρες ήταν πάντα ντυμένες, με στενές λεκάνες και σχεδόν ανύπαρκτα στήθη, να μοιάζουν με ευνουχισμένους άντρες, με ατελή όντα, όπως άλλωστε ήταν και η αντίληψη της κοινωνίας για αυτές. Φυσικά, κάτω από τα προσχήματα σιγόβραζε μια άλλη πραγματικότητα, που εκδηλωνόταν πότε-πότε, σε μια Λυσσιστράτη του Αριστοφάνη ή μια Μήδεια του Ευριπίδη. Για τους αρχαίους Αθηναίους ωστόσο ήταν ακατάληπτο μια καθωσπρέπει κι ευπρεπής γυναίκα –μια μη-εταίρα δηλαδή – να θεωρηθεί ως αντικείμενο ερωτικού πόθου. Αν και προστάτιδα του έρωτα ήταν μια θηλυκή θεότητα, η Αφροδίτη, ο Έλληνας αρσενικός θαύμαζε την αρρενωπότητα και το σφρίγος, και η λέξη «έρωτας» αφορούσε κατά κανόνα σχέσεις ανάμεσα σε άντρες.

Μέχρι που ήρθε στο προσκήνιο ένας μεγάλος επαναστάτης της τέχνης, ο Πραξιτέλης και έκανε το εντελώς αδιανόητο: όχι μόνον έγδυσε τη θεά του έρωτα, αλλά την κατέστησε αρχέτυπο για όλες τις γυναίκες του κόσμου από τον 4ο αιώνα μέχρι σήμερα.

Το να γδύσεις τη θεά χρειαζόταν πολλά κότσια. Σύμφωνα με το μύθο, η Αφροδίτη προστάτευε τη γύμνια της, και ο θνητός που από λάθος ή απερισκεψία την έπαιρνε μάτι πέθαινε επί τόπου. Η Αφροδίτη του Πραξιτέλη αναδύεται από το λουτρό της σφίγγοντας με το αριστερό της χέρι ένα ιμάτιο που δεν κρύβει τίποτα ενώ με το δεξί προσπαθεί να κρύψει κάπως τα απόκρυφά της. Είναι μια αισθησιακή και χειροπιαστή γυναίκα, ένα απόλυτο θηλυκό, απαλλαγμένο από σεμνοτυφίες, προκλητικό και απαράμιλλο. Είναι επίσης άκρως επικίνδυνη. Στέκεις, εσύ ο θνητός, και την βλέπεις, ξαφνιάζεσαι όπως ξαφνιάζεται κι εκείνη, μόνο που εκείνη είναι θεά. Θα σε αφήσει άραγε να ζήσεις, να την πλησιάσεις και να ενωθείς ερωτικά μαζί της, ή θα σε μετατρέψει σε στήλη άλατος; Το κορμί της Αφροδίτης του Πραξιτέλη δεν έχει καμιά σχέση με τα ατελή αρσενικοθήλυκα της εποχής της. Σε κάθε εκατοστό του κορμιού της αποκαλύπτεται η απαγορευμένη δύναμη του ερωτικού πάθους. Ο μεγάλος γλύπτης σε μια στιγμή θεϊκής έμπνευσης, έπλασε, κυριολεκτικά, τη γυναίκα.

Η γυμνή θεά του, στην αρχή σόκαρε του συντηρητικούς Αθηναίους. Όμως πολύ γρήγορα τους κέρδισε, και με τον καιρό κατέκτησε ολάκερο τον κόσμο, τα μυαλά και τα όνειρά όλων μας. Από τότε, η γυμνή θεά του έρωτα είναι η κάθε γυναίκα.

Οι Καρυάτιδες στο Δρομοκαΐτειο

Επιτέλους η Αθήνα απέκτησε ένα μουσείο αντάξιο των αριστουργημάτων της Ακρόπολης. Δεν με νοιάζει που χρειάστηκε να περάσουν δύο αιώνες από την απελευθέρωση μας από τους Τούρκους για να το αποκτήσουμε. Κάλλιο αργά παρά ποτέ. Και θα διαφωνήσω με αυτούς που βρίσκουν την άποψη του αρχιτέκτονα Μπέρναρντ Τσούμι πολύ μοντέρνα για να στεγάσει το κλασσικό κλέος της αρχαιότητας· που θα προτιμούσαν κάτι νεοκλασσικίζον. Η κάθε εποχή εκφράζεται με τους δικούς της όρους και τη δική της αισθητική. Ο νεοκλασσικισμός ανήκει στον 19ο αιώνα, όχι στον 21ο. Ο διάλογος του μοντέρνου με το κλασικό είναι αυτό που κάνει το νέο Μουσείο της Ακρόπολης τόσο ενδιαφέρον. Ανήκω λοιπόν σε εκείνους που ενθουσιάστηκαν, και συγκινήθηκαν, με την τελετή των εγκαινίων. Όχι βέβαια με τους πολιτικούς μας, που βρήκαν ευκαιρία να φωτογραφηθούν, αλλά με το γεγονός ότι ήρθαν άνθρωποι από το μακρινό Βιετνάμ και την Κορέα να μας τιμήσουν. Μπήκα λοιπόν στο Ίντερνετ να δω τι γνώμη έχουν πλέον για την πατρίδα μας οι ξένοι, και ειδικά οι Βρετανοί. Ο Economist αφιέρωσε άρθρα στο Μουσείο και συζήτησε την υπόθεση των Μαρμάρων. Ο Guardian έκανε ψηφοφορία στους αναγνώστες του, και το αποτέλεσμα είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία θέλει να επιστρέψουν τα Μάρμαρα στην Αθήνα. Αν η Μελίνα Μερκούρη ζούσε σήμερα θα ένιωθε δικαιωμένη για τον αγώνα που εκείνη ξεκίνησε. Μπήκα και στο BBC. Και ενώ χαιρόμουν διαβάζοντας διθυράμβους για το νέο μουσείο, το μάτι μου τράβηξε μια ανταπόκριση για την κατάσταση στο κρατικό ψυχιατρικό νοσοκομείο Δρομοκαΐτειο.

Ίσως θυμάστε πριν είκοσι χρόνια, το 1989, όταν ξεφτιλιστήκαμε διεθνώς εξαιτίας των απάνθρωπων συνθηκών που επικρατούσαν στο ψυχιατρείο της Λέρου. Οι φρικιαστικές εικόνες γυμνών ασθενών δεμένων με αλυσίδες στα κρεβάτια τους έκαναν τον γύρω του κόσμου. Ο διεθνής Τύπος αποκάλεσε τότε τη Λέρο «το νησί των καταραμένων» και το νοσοκομείο «το χειρότερο ψυχιατρικό ίδρυμα σε ολόκληρη την Ευρώπη». Η κυβέρνηση προσπάθησε να τα συμμαζέψει, ζήτησε βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ξεκίνησε ένα πρόγραμμα εξανθρωπισμού των κρατικών ψυχιατρείων. Και είναι αλήθεια ότι από τότε έγιναν αρκετά βήματα μπρος. Κι ενώ εμείς οι φορολογούμενοι πολίτες κοιμόμασταν ήσυχοι πιστεύοντας ότι οι δημόσιοι λειτουργοί μας έκαναν τη δουλειά για την οποία τους πληρώνουμε, τα βήματα για τον εκσυγχρονισμό των ψυχιατρείων άρχισαν να βραδαίνουν. Εδώ και μερικά χρόνια έχουμε πάει πάλι πίσω.

Το Δρομοκαΐτειο είναι ένα κολαστήριο. Η κατάσταση του κτιρίου θυμίζει σκηνικό ταινίας επιστημονικής φαντασίας που περιγράφει τη Γη μετά τον πυρηνικό όλεθρο. Αν πάτε να το δείτε δεν θα πιστεύετε τα μάτια σας, ότι μπορεί ένα ημικαταστρεμμένο κτίριο όπως αυτό να περιθάλπτει ανθρώπους που έχουν ανάγκη ψυχικής θεραπείας. Οι ασθενείς βρίσκονται κυριολεκτικά φυλακισμένοι μέσα σε άδεια δωμάτια, ξαπλωμένοι στα κρεβάτια τους να ατενίζουν με άδεια μάτια το ταβάνι. Δίπλα τους πλαστικοί κουβάδες με περιττώματα. Σε πολλά κρεβάτια υπάρχουν δερμάτινα λουριά με σιδερένιες αγκράφες που χρησιμοποιούνται για να δένονται οι ασθενείς πάνω στα κρεβάτια τους. Υποτίθεται ότι ο λόγος που δένονται οι ασθενείς είναι είτε διότι γίνονται ιδιαίτερα βίαιοι, είτε διότι έτσι τους εμποδίζουν να περιφέρονται στο νοσοκομείο και να διαταράσσουν τους άλλους ασθενείς. Ο Δρ. Γιώργος Αστρινάκης, ψυχίατρος στο Δρομοκαΐτειο, δήλωσε με πικρία στο άρθρο του BBC: «Σαν να είναι σκυλιά που τα δένεις για να μην σου φύγουν…θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η κτηνιατρική προσέγγιση στην ψυχιατρική». Ασφαλώς και υπάρχουν ανθρώπινες μέθοδοι για δύσκολες ψυχιατρικές περιπτώσεις. Οι βίαιοι ασθενείς περιορίζονται στα δωμάτιά τους και συζητούν τους λόγους που έγιναν βίαιοι. Η ηρεμία και ο έλεγχος εξασφαλίζονται χάρη σε ικανό αριθμό εκπαιδευμένων νοσηλευτών. Τίποτα όμως από αυτά δεν εφαρμόζεται διότι στο Δρομοκαΐτειο αντιστοιχούν δύο νοσοκόμοι σε 30 ασθενείς, όταν ο ενδεδειγμένος αριθμός είναι ο διπλάσιος.

Η απαράδεκτη κατάσταση στο Δρομοκαΐτειο είναι η πεμπτουσία της εθνικής μας σχιζοφρένειας. Φουσκώνουμε από υπερηφάνεια για το Μουσείο της Ακρόπολης, απαιτούμε από την ανθρωπότητα να μας αναγνωριστεί ο τίτλος της χώρας όπου γεννήθηκε ο δυτικός πολιτισμός, και ταυτόχρονα αποστρέφουμε το βλέμμα από τη δυστυχία των δικών μας ανθρώπων. Οι τρόφιμοι του Δρομοκαΐτειου είναι οι δικοί μας άνθρωποι. Δεν μπορούμε να τους ξεχνάμε.

Προτείνω λοιπόν να μεταφερθούν οι Καρυάτιδες από το Μουσείο της Ακρόπολης στο Δρομοκαΐτειο. Και να πάμε όλοι εκεί να τις επισκεφθούμε, μαζί με τους πολιτικούς μας και τα τηλεοπτικά κανάλια. Θα είναι μια καλή θεραπεία για όλους, και κυρίως για όσους αυτοαποκαλούμαστε «λογικοί».