Tuesday, October 20, 2009

Επιστήμη και Λογοτεχνία

Ένα όνειρο

Φανταστείτε πως κοιμάστε βαθιά και μπαίνετε σε ένα ολοζώντανο όνειρο τόσο έντονο που θα το θυμάστε πολύ καλά όταν ξυπνήσετε. Σε αυτό το όνειρο, βρίσκεστε σε ένα μέρος που μοιάζει με τα ερείπια μιας μεγαλειώδους πόλης από το μακρινό παρελθόν. Δεν υπάρχει κανείς τριγύρω για να ζητήσετε πληροφορίες, μόνο εσείς και τα βουβά ερείπια - υπολείμματα κτιρίων, ανοιχτοί χώροι που θα μπορούσαν να ήταν κάποτε αγορές ή πλατείες ή τόποι προσγειώσεως ιπτάμενων μηχανών, και σκαλισμένα μονοπάτια που θα μπορούσαν να ήταν δρόμοι ή ξεραμένα κανάλια νερού ή οτιδήποτε. Τίποτα δεν είναι οικείο σε αυτό το μέρος. Είναι η πόλη –αν όντως αυτό είναι μία πόλη- των μυστηρίων.

Καθώς προχωράτε, σαστισμένοι, παραξενευμένοι και ταυτόχρονα γεμάτοι από θαυμασμό, σκοντάφτετε πάνω σε ένα γνώριμο αντικείμενο. Επιτέλους, κάτι που αναγνωρίζετε. Εκεί, στα πόδια σας, βρίσκεται ένα βιβλίο! Είστε πραγματικά πολύ τυχερός άνθρωπος. Το σηκώνεται με ανυπομονησία. Με κομμένη ανάσα το ανοίγετε ελπίζοντας για απαντήσεις. Καθώς όμως ξεφυλλίζεται τις σελίδες του, ο αρχικός σας ενθουσιασμός μειώνεται γρήγορα και στο τέλος εξαφανίζεται εντελώς. Δυστυχώς, το βιβλίο είναι γραμμένο με ένα απολύτως ακατανόητο αλφάβητο. Οι απαντήσεις τις οποίες ελπίζατε να βρείτε παραμένουν άπιαστες.

Ωστόσο, επειδή είστε ένα ευφυές και επίμονο άτομο, όχι κάποιος που τα παραδίδει τα όπλα τόσο εύκολα, κάθεστε κάτω και ξεκινάτε να μελετάτε το βιβλίο με τρόπο μεθοδικό. Το ένστικτό σας σας λέει ότι το βιβλίο αυτό μπορεί να κρύβει το μυστήριο της πόλης. Ότι οι ακατανόητες λέξεις μπορεί να αφηγούνται την ιστορία που θα γεμίσει τα κενά. Αν κατορθώνατε να αποκωδικοποιήσετε το αλφάβητο και διαβάσετε το βιβλίο, θα είχατε την εξήγηση: θα γνωρίζατε πού είστε και πώς φτάσατε ως εκεί, ποιος ήταν εκεί πριν από εσάς και, ίσως πιο σημαντικό, γιατί η πόλης καταστράφηκε. Γιατί, τελικά, είναι αυτό το τελευταίο που σας ενδιαφέρει πιο πολύ. Ίσως η πόλη με τα κενά να μην είναι το παρελθόν, αλλά το μέλλον. Αλλά τότε, η αναζήτησή σας σταματά ξαφνικά και ξυπνάτε.

Γρήγορα, πριν το όνειρο - αιθέρια καθώς είναι τα όνειρα, ασταθή στη σύστασή τους, αναξιόπιστα στην αφοσίωσή τους - σβηστεί από τη μνήμη, τρέχετε να γράψετε αυτό που είδατε στις περιπλανήσεις του νου σας. Διαβάζετε και ξαναδιαβάζετε αυτό που γράψατε. Ξαναζείτε το όνειρό σας. Αν μόνο δεν ήσασταν τόσο σίγουρος ότι ονειρευόσασταν! Το όνειρό σας ήταν τόσο πραγματικό, και όσο πιο πολύ διαβάζετε γι’ αυτό, τόσο πιο αληθινό γίνεται. Αν κάποιος άλλος διάβαζε αυτό που γράψατε, πιθανόν να είχε πειστεί ότι δεν είσαστε ένας ονειροπόλος, αλλά ένας παραμυθάς, ή ένας δημιουργός μύθων, ή ένας αρχαιολόγος, ή ένας ιατροδικαστής ή – τελικά - ένας αναζητητής της αλήθειας υπό οποιαδήποτε αμφίεση.

Ένα μυθιστόρημα

Στο μυθιστόρημα του Χόρχε Βόλπι «Αναζητώντας τον Κλίνγκσορ», το κωδικοποιημένο βιβλίο είναι το βιβλίο της Φύσης. Τα ακατανόητα γράμματα είναι πρωτόνια, ηλεκτρόνια και ουδετερόνια, ο πολύχρωμος ζωολογικός κήπος των στοιχειωδών σωματιδίων. Το όνειρο εξελίσσεται μέσα στην αρχή της απροσδιοριστίας του Χάιζενμπεργκ. Ως αναγνώστης, βρίσκετε τον εαυτό σας να ονειρεύεται μέσα στην ιστορία του Βόλπι.

Αφηγητής σας είναι ο Γκούσταβ Λινκς, μαθηματικός και αυτόπτης μάρτυς της απίστευτης επανάστασης της Φυσικής που συνέβη κυρίως στη Γερμανία ανάμεσα στο τέλος του 19ου αιώνα και την αρχή του 20ού. Η Νέμεσίς του είναι ένας νεαρός φυσικός και αξιωματικός της Αμερικανικής αντικατασκοπείας, με το πολλά υποσχόμενο όνομα Φράνσις Μπέικον.

Μερικές φορές η αφήγηση – το όνειρό σας ως αναγνώστη- γλιστράει τόσο ανεπαίσθητα ανάμεσα στον Μπέικον και στον Λινκς, σαν αυτοί οι δύο χαρακτήρες να ήταν τελικά ένας. Ο περίεργος δυισμός επιμένει σε όλη τη διάρκεια της πλοκής.

Μην ξεχνάτε, βρίσκεστε στα παράδοξα τοπία της κβαντικής ταχυδακτυλουργίας του Χάιζενμπεργκ, όπου τίποτα δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια. Πρέπει να αποδεχτείτε το αμφίρροπο, την απροσδιοριστία της πραγματικότητας.

Οι ήρωες του Βόλπι είναι υπό αυτή την έννοια πολύ αληθινοί, όλη η κουστωδία –Αϊνστάιν, Μπορ, Κουρτ Γκεντλ, Νέιμαν, Σρόντινγκερ – τα μέλη ενός τάγματος θρυλικών σύγχρονων ιπποτών που αναζητούν την Τελική Απάντηση, την Αλήθεια, το Άγιο Δισκοπότηρο.

Ο Κλίνγκσορ, το κωδικό όνομα του διαρκώς ξεγλυστρώντα κακού, αυτόν που ο Μπέικον αναζητεί με μονομανία μαζί με την αμερικάνικη κυβέρνηση – για να μην αναφερθούμε και στους σοβιετικούς- είναι ένας ήρωας που τον μοιράζεται ο Βόλπι με τον Βάγκνερ. Ο Κλίνγκσορ, μια σκανδιναβική ενσάρκωση του κακού που γνωρίζει τα πάντα, ένας εωσφόρος του αρκτικού κύκλου που πρωταγωνιστεί στον «Πάρσιφαλ», είναι επίσης το κωδικό όνομα του μυστηριώδους επικεφαλής της επιστημονικής ερευνητικής προσπάθειας των Ναζιστών.

Ακόμα ένας δυισμός, άλλη μία ιστορία τυλιγμένη μέσα σε μια άλλη ιστορία, άλλο ένα βιβλίο μέσα σε ένα βιβλίο, πολλαπλότητες που αντανακλώνται και αυτό-αντανακλώνται επ’ άπειρον.

Σημειώστε παρακαλώ, ότι μέχρι σήμερα επιμένει μια φήμη ότι ο Φράνσις Μπέικον, αυτός που διατύπωσε την επιστημονική μέθοδο, ήταν στην πραγματικότητα το alter ego του συγγραφέα Γουίλιαμ Σαίξπηρ. Θα μπορούσαν οι μυθιστορηματικοί χαρακτήρες Φράνσις Μπέικον και Γκούσταβ Λινκς να είναι δύο διαφορετικές εκφάνσεις του ίδιου προσώπου; Σαν τη διττή φύση του φωτός, θα μπορούσε να ήταν ο ένας το κύμα και ο άλλος το σωματίδιο; Μοιάζουν να μοιράζονται πολλά κοινά πάθη, κυρίως με γυναίκες, δημιουργούν δεσμούς με παρόμοιο και συχνά τραγικό τρόπο, εκπέμπουν ισοδύναμα φωτόνια απογοήτευσης, διατρέχουν την ιστορία δίχως να αγγίζονται από τα γεγονότα της, διαφεύγοντος παρά τρίχα από το οτιδήποτε συμβαίνει γύρω τους, συμπεριλαμβανομένων των βομβών που ενίοτε πέφτουν, μέχρι το τελευταίο κεφάλαιο, όταν ο Λινκς, επιταχυνόμενος ανεξέλεγκτα με την ταχύτητα του φωτός χτυπά πάνω στον τοίχο του πεπρωμένου και αποσυντίθεται. Ίσως όχι τόσο απρόβλεπτα, ο Μπέικον εξαφανίζεται στιγμιαία επίσης.

Ένας ονειρότοπος για επιστήμονες

Από πού ήρθαν ο Λινκς και ο Μπέικον; Από πού έρχονται οι ιστορίες; Υπάρχουν έξω από τον νου του συγγραφέα; Και αν ναι, πού; Ανακαλύπτονται τάχα μέσω της εμβάπτισης σε ένα πλατωνικό τοπίο ιδανικών μορφών, ή εφευρίσκονται με τον ίδιο τρόπο, όπως για παράδειγμα, ο ηλεκτρικός λαμπτήρας; Είναι η εγκεφαλική λειτουργία του επιστήμονα παρόμοια με εκείνη του ποιητή, όταν συνθέτουν τα αντίστοιχα έργα τους;

Οι δύο πολιτισμοί (The Two Cultures is the title of an influential 1959 Rede Lecture by British scientist and novelist C.P. Snow.) , φαινομενικά ανόμοιοι και αποκλείοντας ο ένας τον άλλον, πήραν διαζύγιο πριν από πολλούς αιώνες. Ο Πλάτων θα συναινούσε. Στην Πολιτεία του δίνει οδηγίες για τον αποκλεισμό των ποιητών από την πολιτισμένη κοινωνία (ενώ απρόθυμα επιτρέπει μόνο την περιστασιακή ανάγνωση του Όμηρου). Ο Καρτέσιος παγιώνει το διαζύγιο ακόμα περισσότερο, δηλώνοντας ότι οι επιστήμονες ασχολούνται με την ύλη, το res extensa και οι ποιητές, οι συγγραφείς κλπ (και οι ιερείς, η άλλη μεγάλη κατηγορία παραμυθάδων), με το πνευματικό ή αυτό που φανταζόμαστε, το res cogitans.

Στην αρχή του 21ου αιώνα, αυτό που φανταζόμαστε καταγράφεται με πολύχρωμα χρώματα σε τομογραφίες εγκεφάλων. Αυτό που φανταζόμαστε είναι τώρα ένα πράγμα, ένα μέλος του συνόλου των res extensa. Τα όνειρα είναι επιστημονικά αντικείμενα τα οποία μελετώνται με τον ίδιο τρόπο όπως τα χημικά μόρια. Σύντομα, με την περαιτέρω ανάπτυξη της τεχνολογίας των εγκεφαλικών τομογράφων, οι παρατηρητές των ονείρων στα πανεπιστημιακά εργαστήρια θα μπορούν να παρακολουθούν τα όνειρα στο επίπεδο της συγκέντρωσης νευροδιαβιβαστών και ηλεκτροχημικών ώσεων. Δεν χρειάζεται όμως να περιμένουμε αυτό το εγγύς μέλλον. Με ασφάλεια μπορούμε σήμερα να συμπεράνουμε ότι αυτός που φαντάζεται (ο επιστήμονας ή ο συγγραφέας) και αυτό το οποίο φαντάζεται (η θεωρία ή το μυθιστόρημα) είναι όλα πράγματα. Με αυτήν την έννοια, η επιστήμη και η τέχνη ξαναανακάλυψαν ο ένας τον άλλον με έναν μεταμοντέρνο, κονστρακτιβιστικό, υπερ-υλιστικό τρόπο. Αυτή η καταπληκτική σκέψη επιβεβαιώνει κάτι που ήδη ξέραμε, ότι δηλαδή οι επιστήμονες λένε επίσης ιστορίες. Η εξελικτική θεωρία είναι μία αφήγηση της ζωής στη γη, από τότε που υπήρχαν μόνο άβουλα μεγαλομόρια μέχρι τις μέρες μας όπου κάποιοι συγκεκριμένοι πολυκύτταροι οργανισμοί που οδηγούν αυτοκίνητα και επενδύουν σε χρηματαγορές καταστρέφουν το περιβάλλον σε μια επίδειξη μεγαλομανούς αυτοκαταστροφής.

Η γεωλογία μας λέει μια ιστορία για τον σχηματισμό των ηπείρων και εξηγεί με αυτόν τον τρόπο τη σύνθεσή τους, τη μορφολογία τους, τις πετρελαιοπηγές, αλλά και διάφορα ενοχλητικά φαινόμενα όπως εκρήξεις ηφαιστείων και σεισμοί. Η κοσμολογία εξυφαίνει μια ακόμα μεγαλύτερη σε διάρκεια και εύρος ιστορία, σχετικά με το σύμπαν, πώς προέκυψε όλος αυτός ο πολύπλοκος διάκοσμος των αστέρων και των γαλαξιών από μία καυτή σούπα ενέργειας.

Επιστήμη: ιστορίες μέσα σε ιστορίες, όνειρα μέσα σε όνειρα, πράγματα περί πραγμάτων, εγκεφαλικές περιοχές που αναβοσβήνουν σε μία οθόνη, ντοπαμίνη, σεροτονίνη, όσμωση, μία χημική λειτουργία της συνείδησης. Λογοτεχνία: το ίδιο.

Το πρόβλημα με αυτή την εξισωτική ιδέα ωστόσο, είναι ότι καταργεί τις διαφορές. Το τεχνητό διαζύγιο δεν υπάρχει πια - ζήτω!- και οι αφηγήσεις των δύο πολιτισμών έχουν ξαναενωθεί. Ωστόσο, όπως και ένας μαθητής του Δημοτικού θα μπορούσε να επιβεβαιώσει, τα μυθιστορήματα δεν είναι επιστήμη και η επιστήμη δεν είναι ένα μυθιστόρημα. Αν η επιστήμη και τα μυθιστορήματα ήταν ένα και το αυτό, δεν θα είχαμε ούτε αεροπλάνα, ούτε τηλέφωνα, ή αντιβιοτικά. Η Γη θα έμοιαζε με όποιον τρόπο θέλαμε, επίπεδη, σφαιρική, σαν κουλουράκι, και τα πουλιά, μερικές φορές, θα μιλούσαν και θα προφήτευαν το μέλλον. Θα ζούσαμε μέσα στη φαντασία κάποιου χωρίς προκαθορισμένους φυσικούς νόμους, όπου τα πάντα θα μπορούσαν να συμβούν οποιαδήποτε στιγμή. Τα θαύματα θα ήταν στην ημερησία διάταξη. Ευτυχώς, η εμπειρία μας λέει ότι δεν συμβαίνουν όλα αυτά. Και δυστυχώς, οι εγκεφαλικοί τομογράφοι μας προσφέρουν, τελικά, μόνο ανακεφαλαιωμένες κοινοτοπίες.

Στην πραγματικότητα, δεν είναι μόνο κοινότοπο, αλλά και τελείως λάθος να συμπεραίνουμε ότι οι αφηγήσεις των επιστημόνων και οι αφηγήσεις των συγγραφέων είναι ουσιαστικά ισοδύναμες με τον ίδιο τρόπο που το νερό είναι ουσιαστικά το ίδιο με τον πάγο. Υπάρχει ένα σύνορο, πρέπει να είμαστε σίγουροι γι’ αυτό. Αλλά πού είναι αυτό το σύνορο; Και από τι είναι φτιαγμένο;

Εάν οι ονειρότοποι της επιστήμης είναι διαφορετικοί από τους ονειρότοπους της λογοτεχνίας, τότε πρέπει να βρίσκονται σε τελείως διαφορετικές διαστάσεις. Θα πρέπει να υπάρχει ένα μοναδικό στοιχείο πεμπτουσίας που διαφοροποιεί αυτές τις διαφορετικές κατηγορίες ονειρότοπων πέρα πάσης αμφιβολίας.

Θεωρώ ότι αυτό το στοιχείο υπάρχει. Ονομάζεται πείραμα.

Μέσα στους άπειρους ονειρότοπουςτης φαντασίας υπάρχει μόνο ένας πεπερασμένος αριθμός στους οποίους μπορεί να λειτουργήσει η πειραματική μέθοδος. Αυτοί είναι οι ονειρότοποι των επιστημόνων. Πουθενά αλλού, σε κανέναν άλλον χώρο λογοτεχνικής αφήγησης δεν μπορείς να σχεδιάσεις και να εκτελέσεις πειράματα. Μόνο στους ονειρότοπους που τα πειράματα έχουν έννοια φτιάχνονται επιστημονικές ιστορίες, οι οποίες δοκιμάζονται και εξιστορούνται.

Το εργαστήριο που μοιραζόμαστε

Οι συγγραφείς δεν είναι πειραματιστές, όχι με τον ίδιο τρόπο που είναι οι επιστήμονες. Η λογοτεχνία γίνεται πιστευτή με διαφορετικό τρόπο, δίχως την ανάγκη να αποδείξει ότι οι ιστορίες της είναι όντως έτσι. Απλά φανταστείτε ανθρώπους να φεύγουν από το θέατρο γιατί δεν μπορούν να πιστέψουν ότι οι ηθοποιοί είναι αυτοί που λένε ότι είναι σε ένα έργο. Η αναστολή της δυσπιστίας που απολαμβάνει ένα καλό μυθιστόρημα, ή ένα καλό θεατρικό έργο, δεν χαρίζεται ποτέ σε μια επιστημονική θεωρία. Στην περίπτωση της θεωρίας, το αντίθετο είναι αληθινό. Η αμφιβολία κυβερνά. Ο Πόπερ έχει προτείνει ότι οι επιστημονικές θεωρίες πρέπει να είναι διαψεύσιμες για να τους επιτρέπεται να φέρουν επάξια το όνομά τους. Τα μυθιστορήματα δεν χρειάζεται να είναι έτσι. Δεν μπορείτε να αποδείξετε ότι ο Λινκς ή ο Μπέικον δεν υπήρξαν ποτέ. Όχι μόνο είναι αδύνατον να αποδείξετε ότι ο Βόλπι λέει ψέματα, αλλά δεν έχει και καμία απολύτως σημασία.

Και όμως, αν και διαφορετικοί οι ονειρότοποι των συγγραφέων και των επιστημόνων τέμνονται. Και οι συγγραφείς και οι επιστήμονες, ανήκοντες στο ίδιο ζωικό είδος, με εγκεφάλους καλωδιωμένους με παρόμοιο τρόπο και υποκείμενους στα όρια που θέτουν οι αισθήσεις, μοιράζονται πολλά. Πάνω από όλα, μοιράζονται την ίδια μέθοδο αφήγησης. Και τα μυθιστορήματα και οι επιστημονικές θεωρίες προχωρούν μέσα από διαδοχικές υποθέσεις, αποτυχίες, επαγωγές και διαισθήσεις. Στο τέλος ωστόσο, ένας συγγραφέας παίρνει το Νόμπελ επειδή είπε ψέματα που αποκάλυψαν μια εσωτερική αλήθεια, ενώ ένας επιστήμονας επειδή είπε αλήθειες που αποκάλυψαν το βάθος της συλλογικής μας άγνοιας ή - αν προτιμάτε - τα εσωτερικά ψέματα που μας στοιχειώνουν.

Και η επιστήμη και η λογοτεχνία μοιράζονται το εργαστήριο που ονομάζεται φαντασία, οι ιδέες είναι οι κάτοικοι στον νου και των επιστημόνων και των μυθιστοριογράφων, οι συνεχείς τους μεταλλάξεις και μεταμορφώσεις το υλικό που τροφοδοτεί τους εγκεφάλους τους για να παράξουν το έργο τους.

Μέσα σε αυτό το κοινό εργαστήρι, συχνά ανακαλύπτουν και οι δυο τους την ίδια τελικά αλήθεια. Σαν τον Κλίνγκσορ και το Γκρααλ, όπως η Φυσική και Θεωρία του Παντός, όπως το μυθιστόρημα του Βόλπι και κάθε μυθιστόρημα ή επιστημονική θεωρία, ένα μονοπάτι διανοίγεται εκεί που δεν υπήρχε τίποτα πριν, ένας δρόμος ανακαλύπτεται μέσα στο σκοτάδι, μια ιστορία λέγεται, για να συμπληρώσει τα κενά και να προσφέρει απαντήσεις σε αναπάντητα ερωτήματα, για να φτάσει τελικά στο τελικό κενό που πάντα μας αναμένει κουλουριασμένο μέσα στον πυρήνα της κάθε ιστορίας.

Και σε αυτό το τελικό, πυρηνικό κενό, τόσο οι μυθιστοριογράφοι όσο και οι συγγραφείς θα βρίσκουν πάντα την αρχή μιας ακόμα ιστορίας.

Διάλεξη επ’ ευκαιρία της επίσκεψης του Χόρχε Βόλπι στην Αθήνα (11.12.07)

«O κώδικας του Αρχιμήδη»

Η ιστορία του Παλίμψηστου του Αρχιμήδη είναι μυθιστορηματική. Ο μεγάλος μαθηματικός και μηχανικός έζησε στις Συρακούσες τον 3ο αιώνα π.Χ., ωστόσο το συγκεκριμένο αντίγραφο έγινε από κάποιον άγνωστο γραφιά τον 10ο αιώνα. Τρεις αιώνες αργότερα το αντίγραφο ξύθηκε για να δημιουργηθεί ένα τελείως διαφορετικό βιβλίο. Μοναχοί (κατά πάσα πιθανότητα στο μοναστήρι του Αγίου Σάββα ανατολικά της Βηθλεέμ) δίπλωσαν ύστερα τις σελίδες του βιβλίου και το μετέτρεψαν σε προσευχητάρι. Ευτυχώς, το ξύσιμο δεν ήταν τέλειο, και το 1906 το παλίμψηστο εμφανίστηκε στην Κωνσταντινούπολη, στα χέρια του Δανού φιλόλογου Γιόχαν Λούντβιχ Χάιμπεργκ, ο οποίος το μελέτησε και έκανε την πρώτη παγκόσμια δημοσίευση των έργων. Το παλίμψηστο θα εξαφανιστεί για το μεγαλύτερο μέρος του 20ου αιώνα, μέχρι τις 29 Οκτωβρίου 1998 όταν, σε δημοπρασία στην οποία συμμετείχε ανεπιτυχώς το Ελληνικό Δημόσιο, κατακυρώνεται σε έναν ανώνυμο συλλέκτη. Η τιμή: 2 εκατομμύρια δολάρια. Είχε προηγηθεί δικαστικός αγώνας του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων εναντίον του Οίκου Δημοπρασιών Christies, επίσης ανεπιτυχής. Ο άγνωστος συλλέκτης φρόντισε να δοθεί το παλίμψηστο προς μελέτη στον εκλεκτό Γουίλιαμ Νόελ, διευθυντή του Μουσείου Τέχνης Walters της Βαλτιμόρης, και έναν από τους συγγραφείς του βιβλίου. Θα πρέπει να είμαστε μάλλον ευγνώμονες για την έκβαση τούτη. Ο Νόελ, μαζί με τον κλασικιστή Ρέβιελ Νετζ του Πανεπιστήμιου του Στάνφορντ, κατάφεραν με τις πιο σύγχρονες μεθόδους της τεχνολογίας, αλλά και τις γνώσεις της συγκριτικής φιλολογίας, να διαβάσουν τα χαμένα κείμενα και να μας προσφέρουν αυτό το ανεκτίμητο ντοκουμέντο αρχαίας σοφίας.

Ο «Κώδικας» είναι ένα από τα τρία βιβλία του Αρχιμήδη που είναι γνωστά, ωστόσο πολλά από τα μέρη του δεν είχαν μέχρι σήμερα πλήρως αποκωδικοποιηθεί. Συμπεριλαμβάνει επτά από τα έργα του Αρχιμήδη, εκ των οποίων «η μέθοδος επί των μηχανικών θεωρημάτων» και «το Στομάχιον» αποτελούν τα μοναδικά σωζόμενα αντίγραφα. Το παλίμψηστο περιέχει και έργα τρίτων, του πολιτικού Υπερείδη, ένα σχόλιο για τον Αριστοτέλη και ένα έργο του Αλέξανδρου του Αφροδισέα. Ωστόσο, είναι η μορφή του Αρχιμήδη, του πρώτου ίσως επιστήμονα στην ιστορία (με τη σύγχρονη έννοια της επιστήμης), που καθιστά το ενδιαφέρον της σύγχρονης αποκρυπτογράφησης απαράμιλλο.

Οι δύο Αμερικανοί συγγραφείς παίρνουν σειρά καθώς εναλλάσσουν κεφάλαιο με κεφάλαιο τις προσωπικές τους αφηγήσεις. Ο Νόελ εξηγεί το ιστορικό του παλίμψηστου, και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκε η πολυφασματική απεικόνιση με ακτίνες Χ για να αποκαλυφθεί το ξεθωριασμένο κείμενο. Ο Νετζ περιγράφει τα μαθηματικά του Αρχιμήδη, και τη σημασία της αποκωδικοποίησής του για την ιστορία των μαθηματικών. Οι αρχαίοι Έλληνες προσέγγιζαν τα μαθηματικά με οπτικό τρόπο και κάθε προσπάθεια αποκρυπτογράφησης οφείλει να λαμβάνει υπόψη της την ιδιαιτερότητα αυτή. Τα διαγράμματα και οι επεξηγήσεις αποκάλυψαν μια σειρά από εντυπωσιακές επινοήσεις του μεγάλου μαθηματικού της Ελληνιστικής περιόδου, λύσεις σε προβλήματα που θα ανακάλυπταν ξανά μετά από αιώνες ο Νεύτωνας και ο Leibnitz χρησιμοποιώντας τον ολοκληρωτικό λογισμό.

Ξεχωρίζει επίσης η έννοια του απείρου, και ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε από τον Αρχιμήδη. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν μια ανήσυχη σχέση με το άπειρο θεωρώντας το ταυτόσημο με την αταξία και το χάος. Ο Νετζ μας παρουσιάζει κείμενο του Αρχιμήδη που αναφέρεται στη σύγκριση δύο απείρων συνόλων, προτείνοντας ότι έχουν το ίδιο μέγεθος επειδή μπορούν να μπουν σε μια μονοσήμαντη αντιστοιχία. Σήμερα, οι μαθηματικοί χρησιμοποιούν την ίδια λογική για να εξετάσουν αν δύο σύνολα είναι ισοδύναμα σε μέγεθος. Η σημασία της ανακάλυψης αυτής είναι μεγάλη διότι, αν εξαιρέσει κανείς κάποιες ιδέες για το άπειρο που βασάνισαν το μυαλό του Γαλιλαίου, η ιδέα του απείρου επανήλθε στα σύγχρονα μαθηματικά δύο χιλιάδες χρόνια μετά τον Αρχιμήδη, χάρη στο μεγάλο Γερμανό μαθηματικό Γεώργιο Κάντωρ.

Μία ακόμα ανακάλυψη των μελετητών ήταν ο υπολογισμός του Αρχιμήδη για το εμβαδόν κάτω από μια παραβολή, και η ανάλυση ενός παιδικού παζλ με το όνομα Στομάχειον. Το τελευταίο, αν και πολλά σημεία δεν έχουν αποκρυπτογραφηθεί πλήρως, θεωρείται ως το μοναδικό σωζώμενο έργο αρχαιοελληνικών συνδιαστικών μαθηματικών.

Η άψογη μετάφραση του Τεύκρου Μιχαηλίδη δείχνει ιδιαίτερο μεράκι, προσοχή στη λεπτομέρεια, και μια πνευματική συγγένεια ανάμεσα σε συγγραφέα και μεταφραστή που λειτουργεί προς όφελος του αναγνώστη. Μπορεί να μην έχουμε το παλίμψηστο στην προθήκη ενός εκ των Μουσείων μας - να το καμαρώνουμε χωρίς να καταλαβαίνουμε πολλά - μπορούμε ωστόσο να διατρίψουμε στην πεμπτουσία του, μέσα από τις σελίδες του εξαιρετικού αυτού πονήματος.

Απόσπασμα από το βιβλίο

Με ούριο άνεμο δεν χρειάζονταν περισσότερες από δύο εβδομάδες για να φτάσει το πλοίο με το γράμμα του Αρχιμήδη από τις Συρακούσες στην Αλεξάνδρεια. Μετά τη θυσία του Ποσειδώνα, ένδειξη ευγνωμοσύνης για το ασφαλές ταξίδι, κάποιος θα μετέφερε τον κύλινδρο στον αποδέκτη του, εναποθέτοντάς τον στα ασφαλή χέρια του υπεύθυνου λόγιου και εραστή των κυλίνδρων, του Ερατοσθένη.

Προφανώς ο Ερατοσθένης θα τοποθέτησε την επιστολή του Αρχιμήδη στο τμήμα επιστημονικών έργων της βιβλιοθήκης ανάμεσα στους άλλους κυλίνδρους με τις πραγματείες του ίδιου συγγραφέα. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι παράγγειλε αμέσως αντίγραφα της επιστολής, αν λάβει κανείς υπόψιν του τη διατυπωμένη ελπίδα του Αρχιμήδη ότι οι επερχόμενες γενεές θα διάβαζαν την επιστολή του. Ενδεχομένως ένα από τα αντίτυπα θα τοποθετήθηκε στον ναό του Σαράπιδος.

“Καλός μουσουλμάνος, κακός μουσουλμάνος»: Ηνωμένες Πολιτείες, ο Ψυχρός Πόλεμος και τα αίτια της τρομοκρατίας

Μπορεί οι ιστορικοί του μέλλοντος να την χαρακτηρίσουν διαφορετικά, ωστόσο για το σημερινό κόσμο η 11η Σεπτεμβρίου 2001 καθόρισε μια σημαντική ιστορική καμπή. Ήταν η μέρα που όλοι αντιληφθήκαμε μια νέα πραγματικότητα: την αδίστακτη απειλή από έναν νέο εχθρό της παγκόσμιας ειρήνης και ασφάλειας που ονομάζεται ισλαμική τρομοκρατία. Για τον Μαχμούντ Μαμντάνι, το συγγραφέα του βιβλίου, η μέρα εκείνη ήταν το ιστορικό αναπόφευκτο της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, το τίμημα της τελικής νίκης της ατλαντικής υπερδύναμης εναντίον της κομμουνιστικής Σοβιετικής Ένωσης.

Ανατρέχοντας σε περιστατικά εμπλοκής της CIA στο Λάος, στη Λατινική Αμερική, στην Αφρική και στον Αραβικό κόσμο, καθώς και στο γεγονός της απροκάλυπτης υποστήριξης ενός ολοένα και αυταρχικότερου Ισραήλ από την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ο συγγραφέας προσπαθεί να τεκμηριώσει τη θέση του ότι οι κομάντος αυτοκτονίας που οδήγησαν τα αεροπλάνα πάνω στους Δίδυμους Πύργους, ή εκείνοι που ανατινάζονται καθημερινά στη Βαγδάτη και στην Καμπούλ ως ανθρώπινες-βόμβες, είναι η αντίδραση ενός αμυνόμενου Ισλάμ στην απροκάλυπτη επίθεση που δέχεται από μια υπερεξοπλισμένη Αμερική. Για το συγγραφέα, η εισβολή στο Ιράκ αποτελεί την αδιαφιλονίκητη απόδειξη των υστερόβουλων προθέσεων της μοναδικής σήμερα υπερδύναμης. Λέει χαρακτηριστικά σε ένα απόσπασμα:

Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιδιώκουν να αντικαταστήσουν και να εκφοβίσουν τα καθεστώτα που τις αψηφούν, επιβάλλοντας μια νέα τάξη πραγμάτων στην περιοχή, εγκαθιστώντας φιλοαμερικανικά καθεστώτα, πρώτα στο Ιράκ και, στη συνέχεια, εγκαθιδρύοντας μια επίφαση παλαιστινιακού κράτους κατά τα πρότυπα του απαρτχάιντ, παρουσιάζοντας μάλιστα την αλλαγή καθεστώτος ως «εκδημοκρατισμό»... Η τακτική αλλαγής καθοδηγείται από τον προτεσταντικό φονταμενταλισμό και από το νεοσυντηρητισμό ο οποίος χαρακτηρίζεται από οικουμενικές φιλοδοξίες.

Ο Μαχμούντ Μαμντάνι, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, είναι νοτιοαφρικανός Ινδικής καταγωγής και σίγουρα γνωρίζει καλά από απαρτχάιντ. Οι γνώσεις του για τον Ψυχρό Πόλεμο είναι επίσης εκτενείς και καλά τεκμηριωμένες, αν και ενίοτε ολισθαίνει σε σοβαρές παραποιήσεις. Όπως για παράδειγμα στην περίπτωση του Αφγανιστάν, όπου θεωρεί ότι οι ΗΠΑ έθρεψαν το τέρας της τρομοκρατίας υποστηρίζοντας τους μουζαχεντίν εναντίον των Σοβιετικών. Η αλήθεια είναι ότι οι τρομοκράτες δεν προήλθαν από τους μουζαχεντίν αλλά από τους ταλιμπάν, οι οποίοι πήραν την εξουσία ύστερα από την πτώση των μουζαχεντίν. Το λάθος των ΗΠΑ ήταν ότι εγκατέλειψαν τους μουζαχεντίν συμμάχους τους.

Ωστόσο, η βασική μου ένσταση βρίσκεται στην ουσία της θέσης του συγγραφέα: το βιβλίο του διαπνέεται από μια ακραιφνώς αντιδυτική πολιτική ατζέντα η οποία καθιστά την εξήγηση για το πολιτικό Ισλάμ, επιεικώς, έωλη. Ο συγγραφέας απορρίπτει τις πολιτιστικές εξηγήσεις τύπου Χάντινγκτον προτείνοντας, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, μια αμιγώς πολιτική εξήγηση του φαινομένου της ισλαμικής τρομοκρατίας. Αλλά από πότε η πολιτική έχει πάψει να είναι ένα πολιτιστικό φαινόμενο; Ειδικά στην περίπτωση του Ισλάμ, το Κοράνι δεν είναι απλά ένα θρησκευτικό βιβλίο, όπως π.χ. το Ευαγγέλιο, αλλά αποτελεί κυρίως ένα εγχειρίδιο για τη δημιουργία ενός συγκεκριμένου τύπου κράτους.

Ανατρέχοντας στα διάφορα σφάλματα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, το βιβλίο του Μαμντάνι αποφεύγει να συζητήσει την ουσία: γιατί αυτή η μορφή αυτοκαταστροφικής, μηδενιστικής, τρομοκρατίας παράγεται από το Ισλάμ; Και γιατί η συντριπτική πλειοψηφία των ισλαμιστών τρομοκρατών είναι Άραβες; Γιατί δεν ανατινάζονται στους δρόμους ανθρώπινες-βόμβες άλλων πολιτισμών, όπως του Ινδουιστικού ή του Βουδιστικού ή της Λατινικής Αμερικής ή της Αφρικής, μέρη όπου η αποικιοκρατία ήταν πολύ χειρότερης μορφής από εκείνη - την πολύ λίγη - που υπέφερε ο αραβικός κόσμος; Και πώς εξηγείται το γεγονός ότι η αραβικο-ισλαμική τρομοκρατία απέκτησε τέτοια έξαρση στην τρέχουσα ιστορική περίοδο της αύξησης της τιμής του πετρελαίου και της εξάρτησης της Δύσης από αυτό; Ο Μαμντάνι, καθιστώντας τη δυτική αποικιοκρατία (η οποία, εκτός της περίπτωσης της Αλγερίας ελάχιστα άγγιξε τον υπόλοιπο αραβικό κόσμο) και τις ΗΠΑ αποκλειστικά υπεύθυνες για τον ακραία μαχητικό ισλαμικό φονταμενταλισμό αγνοεί παντελώς το γιγαντιαίας σημασίας γεγονός των τυραννικών καθεστώτων του αραβικού κόσμου, της καταπίεσης των γυναικών, της συστηματικής λογοκρισίας και του χαμηλού βιοτικού και μορφωτικού επίπεδου των περισσοτέρων αραβικών και ισλαμικών χωρών. Αν, σύμφωνα με το συγγραφέα, η φιλοϊσραηλινή και ιμπεριαλιστική εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ προκαλεί την αντίδραση της ισλαμικής τρομοκρατίας ως μορφή αυτοάμυνας, τότε πώς εξηγούνται οι τρομοκρατικές επιθέσεις ισλαμιστών στη Γαλλία και στη Γερμανία, δύο χώρες που αντιτάχθηκαν σθεναρά στην εισβολή στο Ιράκ και συστηματικά υποστηρίζουν τα δικαιώματα των Παλαιστινίων;

Η θέση του Μαμντάνι, τυπικά αριστεριστική, απαντάται δυστυχώς διάχυτη στον αραβικό κόσμο όπου για όλα φταίνε οι άλλοι - στη συγκεκριμένη περίπτωση η Αμερική και η «κακιά» Δύση γενικότερα - αλλά ποτέ οι ίδιοι οι άραβες. Το βιβλίο, με τις λεπτομερείς αναφορές του στα μεγάλα φιάσκα της CIA και στην αλαζονική και συχνά ιδεοληπτική πολιτική του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ίσως ικανοποιήσει τον ενστικτώδη αντιαμερικανισμό αρκετών Ελλήνων αναγνωστών, θα απογοητεύσει ωστόσο εκείνους που αναζητούν τα πραγματικά αίτια μιας εκ των μεγαλυτέρων προκλήσεων του σύγχρονου κόσμου.

«Το τέλος της Αμερικανικής Εποχής»: η εξωτερική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών και η γεωπολιτική του 21ου αιώνα

O Τσάρλς Κάπτσαν είναι καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν και μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων των ΗΠΑ, ενώ υπηρέτησε στο Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας με την πρώτη κυβέρνηση Κλίντον. Με άλλα λόγια, αποτελεί μια πρώτης τάξεως πηγή πολιτικής σκέψης με σημαντική επιρροή. Αντίθετα όμως από τις αισιόδοξες προβλέψεις των Φράνσις Φουκουγιάμα και Τόμας Φρίντμαν, οι οποίοι αντιλαμβάνονται τη δημοκρατία και την παγκοσμιοποίηση ως πανάκεια, αλλά και από την απαισιοδοξία του Σάμουελ Χάντινγκτον για τη «σύγκρουση των πολιτισμών», ο Κάπτσαν σημειώνει ότι ο σημερινός κόσμος μοιάζει με τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν η τότε επικρατούσα αυτοκρατορία, η Μεγάλη Βρετανία, παρέδιδε τα σκήπτρα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Για τον Κάπτσαν, η ισλαμική τρομοκρατία είναι δευτερεύουσας σημασίας για το μέλλον της Αμερικής. Η μεγάλη απειλή για την Pax Americana προέρχεται από την Ενωμένη Ευρώπη. Παραλληλίζοντας τη ρήξη ανάμεσα στις δύο όχθες του Ατλαντικού με το διαχωρισμό της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ο συγγραφέας παρατηρεί τη δημιουργία δύο αντίπαλων πόλων, της Ουάσινγκτον ως μιας φθίνουσας Ρώμης υπό βαρβαρική πολιορκία και των Βρυξελλών ως μιας αναδυόμενης Κωνσταντινούπολης. Αναγνωρίζει τα συμπτώματα αυτής της ρήξης στα γεγονότα της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας, όπου Ευρώπη και Αμερική αντιμετώπισαν με καχυποψία ο ένας τον άλλον:

Όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεκίνησε το 2000 προσπάθειες για τη συγκρότηση ανεξάρτητης στρατιωτικής δύναμης, η αμερικανική κυβέρνηση δεν μπόρεσε να ξεπεράσει τις παλιές της συνήθειες. Οι σύμβουλοι του Μπους υπήρξαν εξίσου διστακτικοί έναντι των αμυντικών φιλοδοξιών της Ευρώπης.[...]Ο έλεγχος επί ζητημάτων ασφάλειας αποτελεί, σε τελική ανάλυση, τον καθοριστικό παράγοντα όσον αφορά το ποιος[...]κάνει κουμάντο.

Ξεκινώντας από μια αναδρομική εξιστόρηση της δημιουργίας των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Κάπτσαν διαφωτίζει με εξαιρετική μαεστρία την αντίληψη των Αμερικανών για τον ρόλο τους στον κόσμο, καθώς και τους λόγους που αποστρέφονται όσους διεθνείς οργανισμούς δεν μπορούν να ελέγξουν και προτιμούν να δρουν μονομερώς. Επιπλέον, υιοθετεί τη σωστή αναλυτική θέση όταν επικεντρώνεται στην εσωτερική ιδεολογία και κατάσταση ως τις κύριες αιτίες μιας δυνητικής παρακμής. Ο εκφυλισμός του πολιτικού συστήματος, η απάθεια των Αμερικανών πολιτών, η αντικατάσταση των παλλαϊκών διαδηλώσεων από εξειδικευμένους λομπίστες και η δυσκολία ενσωμάτωσης των εκατομμυρίων οικονομικών μεταναστών από τη Λατινική Αμερική στο Αμερικανικό έθνος, είναι για τον Κάπτσαν μεγαλύτεροι λόγοι ανησυχίας από οποιονδήποτε εξωτερικό αντίπαλο. Για τη διατήρηση του ηγεμονικού ρόλου των ΗΠΑ προτείνει την αναζήτηση στρατηγικών εταίρων για τη διαχείριση παγκόσμιων κρίσεων. Απορρίπτοντας τον ΟΗΕ, οραματίζεται τη δημιουργία ενός διευθυντηρίου τύπου Ιεράς Συμμαχίας, όπου οι ΗΠΑ θα μπορούν να συγκυριαρχούν με τους στρατηγικούς τους εταίρους, δηλαδή την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ιαπωνία, τη Ρωσία, την Κίνα και, σύντομα, τη Βραζιλία και την Ινδία. Φυσικά, αυτό το διευθυντήριο ήδη υπάρχει και ονομάζεται G8.

Το βιβλίο γράφτηκε το 2002 και από τότε έχουν συμβεί αρκετά γεγονότα, που άλλα επιβεβαιώνουν και άλλα αμφισβητούν τις προβλέψεις του Κάπτσαν. Ο πόλεμος στο Ιράκ έχει σίγουρα καταφέρει να απομονώσει τις ΗΠΑ όσο ποτέ. Από την άλλη, η δημοκρατική απόρριψη του Ευρωπαϊκού Συντάγματος το 2005 και η αντικατάστασή του με μια γραφειοκρατικού τύπου Συνθήκης Μεταρρύθμισης δείχνει πως οι Ευρωπαϊκοί λαοί έχουν πολύ δρόμο μπροστά τους μέχρι να αποκτήσουν την ενότητα και την αυτοπεποίθηση μιας υπερδύναμης. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία έχει επανακάμψει με την ιδιαίτερη επιθετικότητα που της χαρίζουν τα αποθέματα φυσικού αερίου στο υπέδαφός της. Η Κίνα μπορεί να απέχει έως και δύο ακόμα δεκαετίες μέχρι να θεωρηθεί μετρήσιμος αντίπαλος, ωστόσο κανείς δεν γνωρίζει πόσο πετυχημένα θα μπορέσει να μεταλλαχθεί το πολιτικό της σύστημα. Ο Κάπτσαν ασπάζεται αβλεπί τον πολιτικό δογματισμό που επιτάσσει στις ΗΠΑ να διατηρούν την εμπλοκή τους στη Μέση Ανατολή, είτε διότι θεωρούν εαυτούς προστάτες του Ισραήλ, είτε διότι αγωνιούν για το πετρέλαιο. Ωστόσο αμφότεροι λόγοι θα χρειαστεί να αναθεωρηθούν. Ο «οδικός χάρτης» για την Παλαιστίνη είναι νεκρός και νέες, πιο ριζοσπαστικές ιδέες είναι αναγκαίες για την ειρήνη στην περιοχή. Ίσως το παράδειγμα της Νοτίου Αφρικής να είναι μια πιο ρεαλιστική πρόταση, όπου λευκοί και μαύροι αποφάσισαν να ζήσουν μαζί. Γιατί όχι οι Άραβες και οι Εβραίοι σε ένα ενιαίο κράτος; Όσο για το πετρέλαιο, η στρατηγική του σημασία θα αυξάνεται ενώσω τα κοιτάσματα θα μειώνονται, ωστόσο νέες τεχνολογίες συνδυασμένες με τολμηρές πολιτικές (π.χ. «πράσινος» φόρος στη βενζίνη για τις ΗΠΑ) ίσως καταφέρουν να το αντικαταστήσουν σε μεγάλο βαθμό μέσα σε λίγα χρόνια.

Τέλος, αν και ο Κάπτσαν αναφέρεται στο περιβάλλον ως έναν κίνδυνο που ίσως επισπεύσει την πτώση της Αμερικανικής παντοδυναμίας, το αντίθετο σενάριο θα μπορούσε επίσης να είναι εξίσου πιθανόν. Αρκεί βεβαίως οι σχεδιαστές της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής να αντιληφθούν ότι το πολιτικό κεφάλαιο μιας συντονισμένης, παγκόσμιας προσπάθειας για τη σωτηρία των οικοσυστημάτων του πλανήτη μας θα έδιδε τα περισσότερα κέρδη στην ηγέτιδα δύναμη που διαθέτει τους πόρους, τη βούληση - και το διεθνιστικό όραμα - να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.

«Η εποχή των αναταράξεων»

Το 1987 ο Πρόεδρος Ρέιγκαν ανέθεσε στον εξηντάχρονο τότε Άλαν Γκρίνσπαν τη διοίκηση του Ομοσπονδιακού Αποθεματικού, όπως είναι η επίσημη ονομασία της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας. Ο κύριος ρόλος της Κεντρικής Τράπεζας είναι να σχεδιάζει και να εξασκεί τη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ, αποφασίζοντας -μεταξύ άλλων - τα επιτόκια δανεισμού μεταξύ των τραπεζών. Αν ο Αμερικανός Πρόεδρος είναι ο υπ΄ αριθμόν 1 άρχοντας της μοναδικής υπερδύναμης στον κόσμο, τότε ο Πρόεδρος της Αμερικανικής Κεντρικής Τράπεζας (του γνωστού και ως “Fed”) είναι, χωρίς αμφιβολία, ο υπ΄ αριθμόν 2.

Στην πολυαναμενόμενη αυτοβιογραφία του, ο Γκρίνσπαν μοιράζεται ανάμεσα σε μια αναδρομή στα γεγονότα που σημάδεψαν τη ζωή του και σε μια εις βάθος τοποθέτηση του πάνω στα μεγάλα παγκόσμια θέματα. Ξεκινά, με τρόπο δραματικό, αναπολώντας την προσπάθειά του να επιστρέψει αεροπορικώς από τη Γενεύη στις ΗΠΑ, την ίδια μέρα που οι Ισλαμιστές τρομοκράτες χτύπησαν τους Δίδυμους Πύργους. Το αεροπλάνο του εξαναγκάζεται να γυρίσει πίσω και καθηλώνεται στο έδαφος για αρκετές ώρες μέχρι να του δοθεί η ειδική άδεια για να εισέλθει στην Αμερικανικό εναέριο χώρο. Είναι πραγματικά ανατριχιαστικό να σκεφτεί κανείς ότι, ενώ η Αμερική είχε δεχθεί επίθεση και ο κόσμος στεκόταν με κομμένη την ανάσα για τις απρόβλεπτες εξελίξεις που θα ακολουθούσαν, ο Πρόεδρος της σημαντικότερης Τράπεζας του κόσμου βρισκόταν καθισμένος μέσα στο αεροπλάνο του χωρίς τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με τα στελέχη του.

O Γκρίνσπαν γεννήθηκε το 1926 στο Ουάσινγκτον Χάιτς του Μανχάταν, και πήγε στο ίδιο σχολείο με τον Χένρυ Κίσινγκερ. Το 1944 ζήτησε να καταταγεί εθελοντικά στο στρατό αλλά τον απέρριψαν επειδή ανίχνευσαν ένα σημάδι στον πνεύμονά του που θα μπορούσε να ήταν φυματίωση. Έτσι, ο νεαρός Γκρίνσπαν, άρτι αποφοιτήσας από το Λύκειο και χωρίς κανένα σχέδιο για το μέλλον, άρχισε να παίζει το κλαρινέτο για διάφορες ορχήστρες τζαζ. Όταν τέλειωσε ο πόλεμος πήγε στο Πανεπιστήμιο και σπούδασε οικονομικά. Καθόλου δεν τον ενδιέφεραν τα μεγάλα πράγματα τότε κι ο ίδιος περιγράφει τον εαυτό του ως άνθρωπο του περιθωρίου. Η μεγάλη αλλαγή στη ζωή του έγινε στα μέσα της δεκαετίας του 1950, όταν η σύζυγός του τον εισήγαγε στον φιλολογικό κύκλο των φίλων της Ρωσίδας εμιγκρέ συγγραφέως Άιν Ράντ. Η Ράντ επέδρασε καταλυτικά πάνω στο νεαρό οικονομολόγο και τον μετέτρεψε από έναν βυθισμένο στα οικονομικά μαθηματικά εραστή της λεπτομέρειας, σε έναν άκρατο φιλελεύθερο οραματιστή, γεγονός που τον έφερε σε αντίθεση με τη γενιά των Κεϊνσιανών συναδέλφων του. Σύντομα, ο Γκρίνσπαν άνοιξε τη δικιά του εταιρία συμβούλων στη Γουόλ Στριτ και ειδικεύθηκε στις προβλέψεις των αγορών, μέχρι που το 1968 ένα μέλος του κύκλου της Ραντ τον σύστησε στον υποψήφιο τότε Νίξον, εισάγοντας τον στο πολιτικό προσκήνιο. Ο νεαρός κλαρινετίστας που κάποτε έφτιαχνε τις φορολογικές δηλώσεις των μελών της μπάντας στην οποία έπαιζε είχε μεταμορφωθεί πλέον σε έναν άνθρωπο του πεπρωμένου που έμελλε να καθοδηγήσει τις μοίρες του κόσμου. Οι μυθικές, μυθιστορηματικές σχεδόν, διαστάσεις του Γκρίνσπαν τον συνόδευσαν στη διάρκεια της μακρόχρονης θητείας του στο Fed.

Με εξαίρεση τον Τζίμυ Κάρτερ, ο Γκρίνσπαν συνεργάστηκε με όλους τους Προέδρους από το 1969 κι ύστερα. Από όλους ξεχωρίζει τον Τζέραλντ Φόρντ, για τον οποίο δηλώνει ότι πάντα «αντιλαμβανόταν τι γνώριζε και τι όχι». Αν και διέφεραν ιδεολογικά τοποθετεί δεύτερο στις προτιμήσεις του τον Μπιλ Κλίντον, με τον οποίο συμμερίστηκε την εμμονή στην οικονομική ανάπτυξη με μοχλό την τεχνολογία. Για τον Νίξον, τον Τζώρτζ Η. W. Μπους και τον Ρέιγκαν, τα συναισθήματά του είναι ανάμεικτα, ενώ δεν έχει τίποτα καλό να πει για τον σημερινό Πρόεδρο Μπους.

«Η εποχή των αναταράξεων» είναι γραμμένη με πολύ θάρρος, λεπτό χιούμορ και εγκάρδια ειλικρίνεια, και η μετάφραση του Λεωνίδα Καρατζά είναι εξαιρετικά γλαφυρή και ακριβής, αποδίδοντας με τον καλύτερο τρόπο το πνεύμα και τον ενθουσιασμό του συγγραφέα. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου συμπληρώνεται με μια ενορατική επισκόπηση για τις κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις που διαμορφώνουν το παγκόσμιο γίγνεσθαι. Ως ένας από τους κύριους πρωταγωνιστές των διεθνών εξελίξεων επί δύο σημαντικές δεκαετίες που είδαν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την αυγή ενός νέου, παγκοσμιοποιημένου συστήματος αγορών, ο Γκρίνσπαν διαλογίζεται πάνω στην οικονομική ανισότητα, την άνοδο της Κίνας και της Ινδίας, αλλά και τις προκλήσεις από την αλλαγή του περιβάλλοντος. Πρόκειται για ένα σημαντικότατο ντοκουμέντο της σύγχρονης αμερικανικής και παγκόσμιας ιστορίας, ένα βιβλίο αναφοράς στο οποίο κάθε μελετητής του σύγχρονου κόσμου οφείλει να προστρέξει.

Η επιστήμη ως θρησκεία

H πνευματική επανάσταση η οποία ξέσπασε στην Ευρώπη ανάμεσα στον 16ο και 18ο αιώνα ανέτρεψε τον μέχρι τότε τρόπο σκέψης και αντίληψης του κόσμου. Αν και η επιστήμη γεννήθηκε μέσα από τα σπλάχνα της θρησκείας η μητροκτόνος σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη. Η Εκκλησία έκανε τα πάντα για να αποφύγει το μοιραίο. Όμως ο κατ΄ οίκον περιορισμός του Γαλιλαίου και η πυρπόληση του Τζιορντάνο Μπρούνο από την Ιερά Εξέταση δεν κατάφεραν να αναστρέψουν τον οριστικό θρίαμβο της επιστήμης. Η βιομηχανική επανάσταση του 19ου αιώνα και η σχάση του ατόμου τον 20ο αιώνα ήταν η χαριστική βολή. Σήμερα, σε μια εποχή ιδεολογικών αναταράξεων, όπου ο ισλαμικός φανατισμός τροφοδοτεί την παγκόσμια τρομοκρατία και οι χριστιανοί υπερσυντηρητικοί επανακάμπτουν αμφισβητώντας την εξελικτική θεωρία, τα αναχώματα ανάμεσα στις δύο φαινομενικά αντίπαλες κοσμοθεωρίες υψώνονται πάλι, σαν ο πόλεμος ανάμεσά τους να μην κόπασε ποτέ. Επιφανείς διανοητές - όπως ο Ρίτσαρντ Ντόκινς στο πρόσφατο βιβλίο του («Η περί Θεού αυταπάτη») - παίρνουν μια ακραία πολεμική στάση εναντίον της θρησκείας, κατηγορώντας την για μισαλλοδοξία και λογική ασυνέπεια, και (επανα)προτάσσοντας ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της υπεροχής της επιστήμης.

Αδιαμφισβήτητα, η επεξηγηματική ισχύς της επιστήμης, καθώς και η επιτυχία της να προσφέρει θεαματικές τεχνολογικές ανακαλύψεις, δείχνουν να καθιστούν την οποιαδήποτε σύγκριση μάλλον περιττή. Θα πρέπει να είναι κανείς επίμονα εθελοτυφλών για να ισχυρίζεται τις ανοησίες των δημιουργιστών. Μάλιστα, οι περισσότεροι θρησκευόμενοι – λογικά σκεπτόμενα όντα και αυτοί - παραδέχονται ότι η επιστήμη εξηγεί το φυσικό κόσμο με τόσο σαφή και λογικό τρόπο που η θρησκεία οφείλει να αναθεωρήσει την κυριολεκτική ερμηνεία των ιερών γραφών της και να επιδιώξει καταφύγιο στην αλληγορία. Ο επιστημονικός τρόπος σκέψης έχει ταυτιστεί στη συνείδησή μας με τη λογική, τη νηφαλιότητα και, ακόμα, με τη δημοκρατία. Οποιαδήποτε παρέκκλιση επισείει το σκέλεθρο της δεισιδαιμονίας, του ολοκληρωτισμού, της καταπίεσης της ελευθερίας της σκέψης, και της παλινδρόμησης στην τυραννία και στον σκοταδισμό.

Η επιστήμη δεν χρειάζεται ακόμα έναν υπερασπιστή. Στόχος μου είναι - χωρίς διάθεση να υπερασπιστώ τη θρησκεία - να επισημάνω ορισμένα χαρακτηριστικά της επιστήμης τα οποία θεωρώ ότι προσομοιάζουν στη θρησκεία σε τέτοιο βαθμό ώστε να μου προκαλούν ανησυχία. Θα εστιάσω εν συντομία σε τρία από αυτά.

Το πρώτο - το σημαντικότερο ίσως - έχει να κάνει με την φαινομενικά εντυπωσιακή αποτελεσματικότητα της επιστήμης να μας παρέχει μια ορθολογική και απρόσωπη εξήγηση των φυσικών φαινομένων - σε αντιδιαστολή με τη θρησκεία της οποίας η εξήγηση βασίζεται σε μια υπερ-προσωπικότητα (το Θεό) «έξω από το σύμπαν». Η διαφορά, θα έλεγε κανείς, είναι προφανής: η μεν αναπόδεικτη ύπαρξη της θεότητας απαιτεί πίστη ενώ, αντιθέτως, η επιστημονική ερμηνεία αποδεικνύεται χωρίς αμφιβολίες μέσω του πειράματος.

Κι όμως, όπως έδειξε ο Σκοτσέζος φιλόσοφος Ντέιβιντ Χιουμ (1711-1776), το πρόβλημα με το πείραμα είναι ότι - πάντα και αναπόφευκτα - οι επιστήμονες χρησιμοποιούν επαγωγικό λογισμό για να γενικεύσουν τα αποτελέσματα των πειραμάτων τους και να διατυπώσουν μια φυσιοκρατική εξήγηση των φαινομένων. Το πρόβλημα με τον επαγωγικό λογισμό είναι ότι δεν μπορεί να είναι κανείς ποτέ απολύτως βέβαιος ότι τα αποτελέσματα ενός πειράματος μπορούν να επαναληφθούν παντού και πάντα. Ο επιστήμονας πρέπει επίσης να πιστέψει στη γενίκευση που διατυπώνει. Ο Καρλ Πόπερ (1902-1994) επιχείρησε να αντιμετωπίσει τον Χιουμ μέσω της ιδέας της διαψευσιμότητας: μια θεωρία είναι επιστημονική, όχι όταν επιβεβαιώνεται από το πείραμα, αλλά μόνον όταν μπορεί να διαψευσθεί. Αλλά και αυτή η ιδέα πάσχει αφού η οι επιστημονικές θεωρίες δεν ανατρέπονται αναγκαστικά όταν ένα γεγονός δεν συμφωνεί με τη θεωρία, όπως έχει επανειλημμένα συμβεί στην ιστορία της επιστήμης. Συχνά, οι θεωρίες απλώς διορθώνονται. Φυσικά, υπάρχουν και επιστήμες (όπως η κοινωνιολογία και τα οικονομικά) οι οποίες δεν εμπεριέχουν το πείραμα, αλλά ο Πόπερ εννοούσε κυρίως την πιο θεμελιώδη επιστήμη, η οποία είναι η φυσική.

Εντός των επομένων μηνών θα έχουμε την ιστορική ευκαιρία να διαπιστώσουμε (ή να διαψεύσουμε) την επιτυχία της σύγχρονης φυσικής. Στο CERN θα αναζητηθεί η πειραματική απόδειξη του σωματιδίου Χιγκς το οποίο, σύμφωνα με το Ενοποιημένο Μοντέλο, δίνει τη μάζα στην ύλη. Αλλά, αναρωτιέμαι, κι αν ακόμα «βρεθεί» το Χιγκς θα έχουμε όντως απαντήσει το αίνιγμα της δημιουργίας; Η σύγχρονη φυσική, κυρίως η κβαντική, έχει περιέλθει από τις αρχές του 20ου αιώνα στην μαθηματική περιγραφή ενός αόρατου κόσμου πέρα από τις αισθήσεις, κι ακόμα πιο πέρα από την κατανόησή μας. Το σωματίδιο Χιγκς, όπως τα φωτόνια, τα κουαρκς, τα σωματίδια πεδίων, είναι μαθηματικές έννοιες που κατοικούν έναν ιδεατό κόσμο μακριά από τον ρεαλισμό με τον οποίο υποτίθεται η επιστήμη ερμηνεύει τον κόσμο. Παρατηρούμε τα αποτελέσματα της θεωρητικής τους ύπαρξης αλλά όχι τα αντικείμενα αυτά καθαυτά. Το «Άγιο Δισκοπότηρο της Φυσικής», η αναζήτηση δηλαδή μιας Μεγάλης Ενοποιητικής Θεωρίας (π.χ. μέσω της θεωρίας των χορδών), ακούγεται ως ύποπτο υποκατάστατο ενός απρόσωπου, μαθηματικού δημιουργού – τον οποίο ποτέ δεν θα γνωρίσουμε αφού η πειραματική του απόδειξη θα βρίσκεται πάντα πέρα από τις ικανότητές μας. Κατά πόσον λοιπόν αυτή η επιστημονική «εξήγηση» διαφέρει από τη θέση της θρησκείας περί της ύπαρξης ενός αόρατου - και άγνωστου κατά βάθος - Θεού; Κατά τη γνώμη μου, ελάχιστα. Αναρωτιέμαι μάλιστα αν μια μη-μονοθεϊστική κοινωνία θα είχε την ίδια μονομανία για μια επιστημονικά ενοποιητική θεωρία, σε σύγκριση με μια πολυθεϊστική. Γιατί η φύση θα πρέπει να έχει μια και μοναδική αιτία; Γιατί όχι δύο, ή τρείς, ή άπειρες;

Ας έρθω τώρα στην κοινωνική οργάνωση της επιστήμης. Τα πρώτα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια οργανώθηκαν με πρότυπο τα μοναστήρια. Όχι τυχαία λοιπόν η επιστημονική κοινότητα διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά ενός οργανωμένου ιερατείου. Επιπλέον, η κοινωνία αντιμετωπίζει τους επιστήμονες με δέος ως σύγχρονους προφήτες, αφού η εξήγηση και η πρόβλεψη είναι δομικά συμμετρικές. Κι όμως, θα έλεγε κανείς ότι υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα σε θρησκεία και επιστήμη: ο κριτικός ορθολογισμός - η τολμηρή αναζήτηση της αλήθειας χωρίς ιδεοληψίες αλλά με διάθεση σύγκρουσης με το κατεστημένο, η διαρκής εξέλιξη των ιδεών που διαρκώς κρίνονται, το αποκλειστικό προνόμιο της επιστήμης ως της μόνης λογικής μεθόδου σκέψης και διερεύνησης του κόσμου. Διαφωνώ ως προς την αποκλειστικότητα του προνομίου, αφού και η ιστορία της θεολογίας είναι γεμάτη από παρόμοιες συγκρούσεις με βάση τον ορθολογισμό. Αν βρεθείτε ποτέ σε κάποιο συνέδριο φυσικής για τις χορδές είναι πολύ πιθανόν να σας φανεί ότι οι σύνεδροι μιλούν λίγο-πολύ για πόσους αγγέλους χωρά το κεφάλι μιας καρφίτσας! Επιπλέον, θεωρώ ότι ο Τόμας Κουν (1922-1996) έχει επαρκώς περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η επιστήμη, μέσα από τις περιρέουσες κοινωνικές συγκρούσεις και τις απαιτήσεις τις εκάστοτε εποχής.

Τέλος, θα ήθελα να εξετάσω το βαθμό της ηθικής ουδετερότητας της επιστήμης. Σε αντιδιαστολή με τη θρησκεία, η επιστήμη φαίνεται σαν να μην προτάσσει καμία ηθική εντολή. Η επιστημονική αλήθεια υποτίθεται ότι προσφέρεται ακέραια, αμερόληπτη και δίχως ιδεολογικές επιταγές. Μάλιστα, η επιστήμη μοιάζει σαν να ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα δεσμά της ιδεολογικής προκατάληψης και της απολυταρχικής εξουσίας, και σε μεγάλο βαθμό - είμαι βέβαιος - ότι το κάνει. Όχι όμως πάντα. Ολοκληρωτικά συστήματα όπως ο κουμμουνισμός και ο ναζισμός βάσισαν την ιδεολογία τους στην επιστήμη με ολέθρια αποτελέσματα. Στις μέρες μας η επιστήμη της κλιματικής αλλαγής έχει προσλάβει διαστάσεις ορθοδοξίας και άνθρωποι που τολμούν να αμφισβητήσουν την γενική επιστημονική παραδοχή (η οποία όπως εξήγησα είναι τελικά, σε όλες τις περιπτώσεις, πίστη και μόνον πίστη) διώκονται πνευματικά. Χωρίς αμφιβολία, ζούμε σε μια εποχή επιστημονικού φονταμενταλισμού όπου η επιστήμη καθορίζει το ηθικό πλαίσιο συμπεριφοράς των πολιτών, των κρατών και των διεθνών σχέσεων. Όποιος εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα είναι, σχεδόν, εγκληματίας (φυσικά όλοι το κάνουμε μέσω της εκπνοής, ένα ακόμα δείγμα του βαθμού γελοιότητας στον οποίο η οποιαδήποτε ακραία ιδεολογική θέση νομοτελειακά καταλήγει) .

Ελπίζω να φώτισα μερικά σημεία όπου η επιστήμη προσλαμβάνει τα χαρακτηριστικά της υποτιθέμενης αντιπάλου της. Η πρότασή μου είναι να επανέλθει το κέντρο στον πολωμένο διάλογο ανάμεσα σε θρησκεία και επιστήμη, που δεν είναι άλλο από τον υγιή αγνωστικισμό. Τόσο η επιστημονική αθεΐα (η πίστη στην μη-ύπαρξη του Θεού) όσο και η θρησκευτική ομολογία (η πίστη στην ύπαρξη του Θεού) βασίζονται εξίσου σε αναπόδεικτες ιδέες. Θεωρώ ότι τόσο η επιστήμη όσο και η κοινωνία θα εξελιχθούν καλύτερα όταν επανέλθει στη συλλογική μας μνήμη το περίφημο λογοπαίγνιο του Σωκράτη περί της επιγνώσεως της αγνοίας. Γινόμαστε σοφότεροι μόνον όταν αντιλαμβανόμαστε ένα ακόμα μέρος της άγνοιάς μας. Κι αυτό δεν είναι καθόλου κακό. Ας διατηρήσουμε τον σκεπτικισμό μας, τόσο για τη θρησκεία όσο και για την επιστήμη. Ο πραγματικός εχθρός είναι η απόλυτη βεβαιότητα.

Πυρηνική Ενέργεια; Ναι, ευχαριστώ

Το πιο πιθανό είναι ότι εσείς που διαβάζετε το άρθρο αυτό ανήκετε στην συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών που θεωρούν την πυρηνική ενέργεια ως επικίνδυνη απειλή για τη ζωή, ίσως και για ολόκληρο τον πλανήτη. Που μάλλον πιστεύετε ότι δεν χρειάζεται να πάρουμε κανέναν ρίσκο - μεγάλο ή μικρό - όταν υπάρχουν ασφαλείς και «πράσινες» τεχνολογίες όπως η ηλιακή ή η αιολική. Ότι το μέλλον της ανθρωπότητας είναι εξασφαλισμένο, αρκεί να χρηματοδοτηθεί καλύτερα η έρευνα στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, να μονώσουμε τα σπίτια μας και να πάψουμε να χρησιμοποιούμε τόσο συχνά το αυτοκίνητο. Αν ναι, τότε το άρθρο αυτό είναι γραμμένο για εσάς.

Ο ορισμός του προβλήματος είναι ως εξής: ο πλανήτης θερμαίνεται λόγω των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα που προέρχονται από την καύση υδρογονανθράκων (πετρέλαιο, κάρβουνο, φυσικό αέριο), η εξάρτηση της Δύσης από το πετρέλαιο που παράγεται, κυρίως, στην πολιτικά ασταθή Μέση Ανατολή πρέπει να σταματήσει, ωστόσο η οικονομική ανάπτυξη πρέπει να συνεχισθεί. Οικονομική ανάπτυξη σημαίνει φτηνή ενέργεια. Άρα, θέλουμε να βρούμε έναν τρόπο να καλύψουμε το 80% των διαρκώς αυξανομένων ενεργειακών μας αναγκών ούτως ώστε να μην είναι ούτε πετρέλαιο, ούτε άνθρακας, ούτε αέριο. Έστω κι αν επιτευχθεί ο μεγαλεπήβολος στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για 20% ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές (δηλαδή νερό, άνεμος, ήλιος) έως το 2020, μας απομένει να καλύψουμε το 80%.

Ας δούμε λοιπόν τις επιλογές μας. Ακόμα κι αν αδιαφορούσαμε για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και θέλαμε να συνεχίσουμε να καίμε υδρογονάνθρακες χωρίς να τρέχει τίποτα, πρόσφατες έρευνες επιβεβαιώνουν ότι έως το 2030 ο κόσμος θα έχει φτάσει το μέγιστο της παραγωγής πετρελαίου, και τα παγκόσμια αποθέματα θα αρχίσουν να μην μπορούν να καλύπτουν τις ενεργειακές ανάγκες. Όσα νέα κοιτάσματα πετρελαίου κι αν ανακαλυφθούν το ενεργειακό crunch είναι αναπόφευκτο και ορατό.

Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δυστυχώς, δεν θα μπορέσουν ποτέ να καλύψουν to 100% των αναγκών μας. Η ποσότητα ηλιακής ενέργειας που πέφτει πάνω σε ένα τετραγωνικό μέτρο της επιφάνειας της γης αρκεί ίσα-ίσα να ανάψει μια λάμπα 100 Watt. Θα χρειαζόταν να γίνει χρήση τεράστιων εκτάσεων γης ώστε να εκμεταλλευτούμε σε βιομηχανική κλίμακα την ηλιακή ενέργεια. Αν καλύπταμε όλες τις ταράτσες των σπιτιών με πάνελ ίσως καταφέρναμε να καλύψουμε τις οικιακές ανάγκες μας (γύρω στο 10% του συνόλου των ενεργειακών αναγκών), αλλά μόνο στη διάρκεια της ημέρας. Η αποθήκευση της ηλιακής ενέργειας σε μπαταρίες – ώστε να γίνεται χρήση της ενέργειας στη διάρκεια της νύχτας - δημιουργεί ένα τεράστιο οικολογικό και ενεργοβόρο πρόβλημα διαχείρισης των τοξικών υλικών στις μπαταρίες αυτές.

Ούτε οι ανεμογεννήτριες μπορούν να αποτελέσουν τον κύριο άξονα μιας ενεργειακής πολιτικής, αφού, ως γνωστόν, ο άνεμος φυσάει…όποτε και όσο θέλει. Επίσης φυσάει δυνατότερα σε απομακρυσμένα μέρη, σε νησιά ή σε κορυφές βουνών, όπου χρειάζεται να γίνει σημαντικότατη επένδυση για να συνδεθούν τα μέρη αυτά με τον κορμό του δικτύου. Όσο για τα βιοκαύσιμα, ελάχιστοι εξακολουθούν να τα βλέπουν ως λύση. Η επιχορηγούμενη από «οραματικές» κυβερνήσεις παραγωγή αιθανόλης είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν οι τιμές των σιτηρών και να ξεσπάσουν βίαιες ταραχές σε πολλά μέρη του αναπτυσσόμενου κόσμου. Είναι απορίας άξιον πώς ένα τόσο προφανές αποτέλεσμα δεν είχε προβλεφθεί από πριν, και πώς εξαίρετοι οικονομολόγοι συμβούλεψαν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέρ των βιοκαυσίμων.

Ας δούμε τώρα την πυρηνική ενέργεια. Ο άνθρακας έχει διπλάσια ενεργειακή πυκνότητα από το ξύλο, ενώ το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο διπλάσια από τον άνθρακα. Η ενεργειακή πυκνότητα του ουρανίου σε σχέση με τον άνθρακα είναι 2 εκατομμύρια! Δηλαδή ένα κιλό ουρανίου δίνει 2 εκατομμύρια φορές την ενέργεια που δίνει ένα κιλό άνθρακας. Ενώ για να λειτουργήσει μια θερμοηλεκτρική μονάδα 1000 MW χρειάζονται τόνοι άνθρακα κάθε μέρα, η αντίστοιχης ισχύως πυρηνική μονάδα χρειάζεται μια απειροελάχιστη σχετικά ποσότητα καυσίμου σε μορφή ράβδων που είναι ελαφρώς ραδιενεργείς και ο χειρισμός τους γίνεται εύκολα με γάντια. Στον τετραετή κύκλο ζωής τους οι ράβδοι ουρανίου παράγουν μηδέν εκπομπές άνθρακα, ενώ η αντίστοιχη θερμοηλεκτρική μονάδα θα έχει έως τότε προσθέσει στην ατμόσφαιρα 3 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα.

Η ενστάσεις κατά της πυρηνικής ενέργειας εστιάζονται σε τρεις περιοχές: στον κίνδυνο να ανατιναχτεί ή να τηχθεί ο αντιδραστήρας, να κλαπούν από τρομοκράτες πυρηνικά υλικά με τα οποία θα κατασκευαστούν ατομικά όπλα, και η διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων.

Στο φαρμακείο του σπιτιού σας πιθανόν να φυλάσσεται κάπου ένα μικρό δοχείο βαζελίνης. Σίγουρα δεν ανησυχείτε ότι μια μέρα θα ανατιναχτεί και θα καταστρέψει το σπίτι σας ολοσχερώς. Κι όμως, η βόμβα ναπάλμ είναι ακριβώς όπως και η βαζελίνη. Η διαφορά ανάμεσά τους έγκειται στην ποσόστωση του ενεργούς υλικού· η ναπάλμ είναι γέλη βενζίνης ενώ η βαζελίνη γέλη πετρελαίου. Η διαφορά στην ποσόστωση του δραστικού ραδιενεργού υλικού είναι αυτή που κάνει έναν πυρηνικό αντιδραστήρα ακίνδυνο και μια ατομική βόμβα θανατηφόρο. Υπάρχουν δύο ισότοπα ουρανίου, το U-238 που αποτελεί το 99,3 του φυσικού ορυκτού, και το U-235 που αποτελεί το υπόλοιπο 0,7. Το μεν είναι λιγότερο ραδιενεργό με μια συσκευή τηλεόρασης. Για να συμβεί μια αλυσιδωτή πυρηνική αντίδραση το U-235 πρέπει να κυμαίνεται στο 3%. Για αυτό το λόγο το ορυκτό ουράνιο «εμπλουτίζεται», περνά δηλαδή μέσα από μια εξαιρετικά πολύπλοκη διαδικασία με μαγνητικά πεδία και φυγοκεντρίζεται. Για να φτιάξει κανείς υλικό για ατομική βόμβα το ουράνιο πρέπει να εμπλουτιστεί σε ποσοστό 90%! Η διαφορά ανάμεσα στο 3 και το 90 είναι που κάνει ένα πυρηνικό εργοστάσιο για πολιτική αποκλειστικά χρήση απολύτως ασφαλές. Η σύγχρονη τεχνολογία κατασκευών εγγυάται την αντισεισμικότητα ενός πυρηνικού αντιδραστήρα, ενώ οι νέοι πυρηνικοί αντιδραστήρες έχουν σχεδιαστεί έτσι ώστε οι ήπιες πυρηνικές αντιδράσεις που συμβαίνουν εντός τους να σταματούν μέσω της αυτόματης εξόδου των ράβδων ουρανίου, σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά, π.χ., υπερθερμανθεί ο αντιδραστήρας από σφάλμα του συστήματος ψύχρανσης (αυτό που συνέβη στο Τσερνομπίλ).

Κι αν το πυρηνικό εργοστάσιο αποτελέσει στόχο τρομοκρατών; Ένα από τα υποπροϊόντα των πυρηνικών αντιδράσεων είναι το πλουτώνιο. Ωστόσο, οι ποσότητες που παράγονται από ένα πυρηνικό εργοστάσιο είναι αμιλητέες και ανακυκλώνονται. Όπως εξήγησα πιο πάνω, για να φτιάξει κανείς ένα ατομικό όπλο χρειάζεται να εμπλουτίσει το ουράνιο με U-235 σε ποσοστό 90%. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει ποτέ σε εργοστάσια για αποκλειστική πολιτική χρήση. Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση είναι τεχνικά δύσκολο, και για αυτό οι Ιρανοί που το προσπαθούν εδώ και χρόνια δεν το έχουν ακόμα καταφέρει. Η ιστορία άλλωστε έχει δείξει ότι οι «κακοί» πάνε για ψώνια στο Πακιστάν ή στη Βόρειο Κορέα.

Τέλος, ως προς την ανησυχία για τα ραδιενεργά απόβλητα, η Γαλλία, μια χώρα που παράγει το 75% του ηλεκτρισμού της από πυρηνικά εργοστάσια εδώ και 25 χρόνια, έχει συνολικά απόβλητα της τάξεως ενός δωματίου. Ανά Γάλλο, τα απόβλητα αυτά αντιστοιχούν σε ένα κουτάκι μπύρας, για όλη τη ζωή του! Ο λόγος; Σχεδόν όλο το υλικό που υπάρχει σε μια ράβδο πυρηνικού καυσίμου είναι ανακυκλώσιμο. Το 95% είναι ακίνδυνο U-238 που μπορεί να επιστραφεί εκεί που ήρθε. Το υπόλοιπο είναι το πολύτιμο U-235, πλουτώνιο και ήσσονα ακτινίδια, υλικά που ανακυκλώνονται και επαναχρησιμοποιούνται.

Η πυρηνική ενέργεια αποτελεί τη μοναδική ελπίδα της ανθρωπότητας να ανταπεξέλθει στο ενεργειακό δίλλημα της προστασίας του περιβάλλοντος και της ταυτόχρονης οικονομικής ανάπτυξης. Ένα εργοστάσιο των 1000 MW κοστίζει σήμερα από 2 έως 5 δις δολάρια, ωστόσο αποσβαίνει γρήγορα την επένδυσή του, παράγοντας φτηνή, πραγματικά πράσινη, ενέργεια, για δεκαετίες. Στην Ελλάδα, που το ενεργειακό μας πρόβλημα είναι επιτακτικό, η πυρηνική ενέργεια πρέπει να αποτελέσει μια σοβαρή επιλογή και να συζητηθεί. Όχι μόνο θα λύσουμε το πρόβλημα της ενέργειας και του περιβάλλοντος, αλλά θα προσφέρουμε εργασία σε χιλιάδες, ενώ θα δημιουργήσουμε συνθήκες επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης. Οι υστερικές αντιδράσεις από τα κόμματα, ένθεν κακείθεν του πολιτικού φάσματος, και από σχεδόν ολόκληρο τον Τύπο βασίζονται στην άγνοια ή στην ημιάγνοια, ενώ παραβλέπουν με υποκριτικό τρόπο το γεγονός ότι όμορες χώρες επενδύουν ήδη στην κατασκευή πυρηνικών αντιδραστήρων. Με άλλα λόγια, κανείς δεν φαίνεται να έχει πρόβλημα αν η χώρα μας θα αγοράζει αύριο το ρεύμα της από ένα πυρηνικό εργοστάσιο τοποθετημένο λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορά της, ενώ έχουμε πρόβλημα αν το εργοστάσιο αυτό βρίσκεται εντός της ελληνικής επικράτειας. Καιρός να βγάλουν ορισμένοι το κεφάλι τους από την άμμο.

Nudge: Παρακινώντας τους πολίτες προς τις ορθές επιλογές

Μια από τις θεμελιώδεις υποθέσεις εργασίας των οικονομικών επιστημών από την εποχή του Adam Smith είναι ο homo economicus, η ιδέα δηλαδή ότι ο καθένας από εμάς σκέπτεται και δρα ορθολογικά, αισθάνεται νηφάλια, και επιλέγει με αλάθητο κριτήριο το συμφέρον του. Στα πανεπιστημιακά βιβλία των οικονομολόγων ο homo economicus διαθέτει την σκέψη ενός Αϊνστάιν, τη μνήμη ενός υπερυπολογιστή και τη δύναμη της θέλησης ενός Μαχάτμα Γκάντι.

Φυσικά, όπως γνωρίζουμε, οι πραγματικοί άνθρωποι δεν είναι καθόλου έτσι. Η ονομαζόμενη «συμπεριφορική οικονομία» (behavioral economics) επιχειρεί, μέσα από την ενσωμάτωση της έρευνας των κοινωνικών επιστημών, της ανθρωπολογίας, της ψυχολογίας και των νευροεπιστημών, να αναθεωρήσει το σώμα της παραδοσιακής οικονομικής επιστήμης και να ερμηνεύσει με πιο ρεαλιστικό τρόπο την οικονομική συμπεριφορά του ατελούς, συχνά αφελούς, και εν πολλοίς – και επαναλαμβανομένοις - αμαρτίαις περιπεσσομένου homo sapiens.

Ο Richard H. Thaler, ένας από τους θεμελιωτές της συμπεριφορικής οικονομίας, μαζί με τον Cass R. Sunstein, κορυφαίο νομικό, εξέδωσαν πρόσφατα ένα βιβλίο με τίτλο Nudge, Improving Decisions about health, wealth and happiness (Yale University Press, 2008), στο οποίο εξετάζουν τις ανθρώπινες επιλογές και προτιμήσεις.

Το πρόβλημα, το οποίο διερευνούν οι συγγραφείς, δεν έγκειται στο ότι δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Όλοι μας επιθυμούμε μια καλή σύνταξη στο μέλλον, όπως επιθυμούμε επίσης ένα ακριβό δείπνο απόψε το βράδυ. Πόσα όμως τέτοια δείπνα θα πρέπει να στερηθούμε ώστε να έχουμε την καλή σύνταξη; Όταν υπάρχει αβεβαιότητα στις επιλογές, ή ως προς τα υπέρ και τα κατά, οι επιλογές μας καθοδηγούνται από τον τρόπο με τον οποίο τίθενται ως ερώτηση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι προκαθορισμένες επιλογές, δηλαδή οι επιλογές οι οποίες αυτομάτως επιλέγονται όταν το υποκείμενο αδρανεί να επιλέξει από μόνο του: σε πολλές χώρες η προεπιλογή δωρητού οργάνων έχει αυξήσει το ρυθμό προσφοράς οργάνων, όπως και η ελάχιστη καταβολή για ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα ωφελεί εκείνους τους δικαιούχους που δεν ενδιαφέρονται σήμερα αν θα πάρουν ποτέ σύνταξη.

Οι συγγραφείς ενδιαφέρονται για τον τρόπο με τον οποίο ένα σύγχρονο, δημοκρατικό κράτος, μπορεί να επηρεάσει τις επιλογές των πολιτών προς το καλύτερο – ειδικά όταν οι πολίτες δεν είναι απολύτως βέβαιοι για το τι θέλουν.

Αρχιτεκτονική Επιλογών

Η πρώτη ιδέα που παρουσιάζουν οι συγγραφείς στο βιβλίο τους ονομάζεται «αρχιτεκτονική επιλογών» (choice architecture). H προφανής αναλογία είναι η αρχιτεκτονική ενός κτηρίου, όπου ο σχεδιαστής «παρακινεί» τους ενοίκους προς μια συγκεκριμένη συμπεριφορά μέσω του τρόπου με τον οποίο έχει σχεδιάσει, π.χ. τις πόρτες, τους διαδρόμους ή τους κοινόχρηστους χώρους. Οι «αρχιτέκτονες των επιλογών» μπορούν να επηρεάζουν τις επιλογές προσαρμόζοντας τον αριθμό των επιλογών, την διατύπωση της πληροφορίας, και τον καθορισμό των προεπιλογών.

Οι Thaler και Sunstein δεν πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρξει μια «ουδέτερη αρχιτεκτονική». Ο οποιοσδήποτε τρόπος παρουσίασης των επιλογών επηρεάζει αναπόφευκτα εκείνον που πρέπει να πάρει την απόφαση. Για παράδειγμα, όλοι οι τρόποι παρουσίασης μιας επιλογής έχουν μια προκαθορισμένη προεπιλογή η οποία είναι, συνήθως, η πιο συχνά επιλεγμένη αφού – όπως λένε οι συγγραφείς του βιβλίου – δεν πρέπει να υποτιμάται ποτέ η ανθρώπινη αδράνεια.

Συνεπώς, αν οι ιδιωτικοί οργανισμοί ή το κράτος πιστεύουν ότι μια συγκεκριμένη πολιτική θα φέρει καλύτερα αποτελέσματα, τότε μπορούν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα θέτοντας την πολιτική αυτή ως προκαθορισμένη επιλογή (default choice).

Η εφαρμογή της αρχιτεκτονικής των επιλογών υπογραμμίζει τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη θεώρηση ενός homo economicus και ενός homo sapiens. Σύμφωνα με την παραδοσιακή οικονομική θεωρία, ο homo economicus επηρεάζεται από κίνητρα. Για παράδειγμα, αν το κράτος φορολογεί τα τσιγάρα αυτοί αγοράζουν λιγότερα τσιγάρα. Η αποτυχία της υψηλής φορολόγησης στο να αποτρέψει τους ανθρώπους να καπνίζουν είναι ολοφάνερη στη χώρα μας. Οι συγγραφείς, εμπνεόμενοι από την συμπεριφορική οικονομία, παρατηρούν ότι οι πραγματικοί άνθρωποι θα κόψουν τελικά το κάπνισμα μόνον εφ’ όσον οι ίδιοι θέλουν – και πιστεύουν ότι θα πρέπει να αφήνονται ελεύθεροι να επιλέγουν αν θα καπνίζουν ή όχι. Ωστόσο, με δεδομένο την ιατρική γνώση ότι το κάπνισμα προξενεί καρκίνο, το κράτος μπορεί να «παρακινήσει» τους πολίτες που καπνίζουν να κόψουν την κακή συνήθεια σχεδιάζοντας τις επιλογές τους έτσι ώστε, π.χ. στο ύψος των ασφαλιστικών εισφορών που πληρώνουν να παραγοντοποιείται το γεγονός ότι καπνίζουν, και άρα να πληρώνουν περισσότερο.

Φιλελεύθερος πατερναλισμός

Η δεύτερη ιδέα του βιβλίου ονομάζεται «φιλελεύθερος πατερναλισμός» (libertarian paternalism), κάτι που εκ πρώτης ακούγεται οξύμωρο. Οι συγγραφείς θεωρούν ότι το κράτος οφείλει να προσφέρει στους πολίτες επιλογές σε θέματα δημόσιας πολιτικής, αλλά οι επιλογές αυτές θα πρέπει να παρέχονται μέσω μιας αρχιτεκτονικής η οποία θα προωθεί το συμφέρον των πολιτών. Η φιλελεύθερη (libertarian) διάσταση της στρατηγικής τους προκύπτει από την πίστη τους ότι οι πολίτες πρέπει να είναι ελεύθεροι να κάνουν ότι αυτοί θέλουν – και να μπορούν, αν θέλουν, να αρνούνται τις επιλογές που τους προσφέρονται. Οι συγγραφείς ασπάζονται πλήρως τη ρήση του Milton Freedman ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι «ελεύθεροι να επιλέγουν».

Η διαφοροποίησή τους έγκειται στην εφαρμογή της αρχιτεκτονικών των επιλογών ώστε να εγγυάται η ελευθερία των επιλογών αυτών.

Ως παράδειγμα φέρουν μερικές τυπικές κακές συνήθειες. Αν οι άνθρωποι θέλουν να καπνίζουν, ή να τρώνε καραμέλες, ή να επιλέγουν ένα ακατάλληλο πρόγραμμα υγείας, ή να μην αποταμιεύουν για τη σύνταξή τους, οι φιλελεύθεροι πατερναλιστές οφείλουν να μην τους αναγκάζουν να κάνουν διαφορετικά, ή να τους δημιουργούν δυσκολίες. Οι αρχιτέκτονες επιλογών στην περίπτωση αυτή ενσυνείδητα παρακινούν (όθεν «nudge») τους ανθρώπους προς κατευθύνσεις που θα κάνουν τη ζωή τους καλύτερη. Αυτό γίνεται χωρίς να απαγορεύονται οι άλλες επιλογές ή να τροποποιούνται σημαντικά τα οικονομικά τους κίνητρα. Οι «παρακινήσεις» τις οποίες προτείνουν οι συγγραφείς δεν είναι νόμοι αλλά παρεμβάσεις οι οποίες μπορούν να αποφεύγονται εύκολα. Ως παράδειγμα παρακίνησης αναφέρουν το να βάζει κανείς τα φρούτα σε σημείο που να φαίνονται καλύτερα από τα γλυκά, σε ένα εστιατόριο για τους εργαζόμενους μιας εταιρίας. Δεν είναι παρακίνηση η απαγόρευση του πρόχειρου φαγητού.

Στα καθ΄ημάς

Στην Ελλάδα, η πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών – είτε δηλώνουν «δεξιοί» είτε «αριστεροί» - προσυπογράφει στον κρατικό πατερναλισμό, δηλαδή στο κομματικό κράτος-προστάτη που φορολογεί χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανένα με αντάλλαγμα να παρέχει τα πάντα. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει εύκολα από μια επισκόπηση της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας, καθώς και της σύνθεσης της Ελληνικής Βουλής. Προκύπτει ακόμα από τις αδιανόητες, ανιστόρητες και οικονομικά ανεφάρμοστες κορώνες των αριστερών κομμάτων περί δημιουργίας ενός επίγειου σοσιαλιστικού παραδείσου, οι οποίες όμως κερδίζουν αμέσως τη λαϊκή υποστήριξη και τους λαϊκούς ευσεβείς πόθους. Αποτέλεσμα αυτής της μορφής σκληρού πατερναλισμού είναι η σκιώδης εξυπηρέτηση των ιδιωτικών συμφερόντων μίας πολιτικά διασυνδεδεμένης μειοψηφίας (γνωστοί ως «διαπλεκόμενοι»), η χαμηλή ποιότητα των παρεχομένων από το κράτος υπηρεσιών και η διαφθορά του δημόσιου τομέα και του δημόσιου βίου εν γένει. Η υιοθέτηση πραγματικά φιλελεύθερων πολιτικών ιδεών και πρακτικών θεωρείται «ξένη προς τα Ελληνικά ήθη», περιορίζεται σε ακαδημαϊκό επίπεδο, και οι ελάχιστοι πολιτικοί (βλ. Ανδριανόπουλος, Μάνος) οι οποίοι είχαν το σθένος να την εισάγουν στο προσκήνιο το πλήρωσαν δεόντως.

Αν και η απαισιοδοξία είναι ένα συναίσθημα που συνήθως επαληθεύεται στη χώρα μας, θα ήθελα παρ’ όλα αυτά να ελπίζω πως ιδέες όπως αυτές που προβλημάτισαν τους συγγραφείς του Nudge θα αρχίσουν, σιγά-σιγά, να περνούν και στη συνείδηση των Ελλήνων φορολογουμένων πολιτών. Ίσως, η ευκρινώς διαφαινόμενες πλέον καταρρεύσεις του συστήματος υγείας, του εκπαιδευτικού συστήματος αλλά και του συστήματος κοινωνικής ασφάλειας, όσο επώδυνες κι αν αποβούν, αποδείξουν πέραν πάσης εθελοτυφλίας την αποτυχία του κρατικού πατερναλισμού. Ίσως μια μέρα – γιατί όχι – απαιτήσουμε να επιλέγουμε πώς ξοδεύονται από το κράτος τα χρήματα που εμείς με τόσο κόπο βγάζουμε.

Κλιματική Αλλαγή: Μύθοι, πραγματικότητες και πολιτικές επιλογές

Η επιστήμη του κλίματος - όπως και κάθε επιστήμη - είναι γεμάτη από σιγουριές αλλά και από αβεβαιότητες. Ας δούμε πρώτα τις σιγουριές: ο πλανήτης μας θερμαίνεται. Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι η μέση παγκόσμια θερμοκρασία αυξήθηκε κατά 0,6 oC εντός του 20ου αιώνα, ενώ η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα (ενός από τα αέρια του θερμοκηπίου) είναι 30% υψηλότερη από αυτή που υπήρχε πριν το 1800, κυρίως λόγω της καύσης υδρογονανθράκων. Αν και η σχέση ανάμεσα στην αύξηση των αερίων του θερμοκηπίου και της πλανητικής θέρμανσης δεν μπορεί να επαληθευθεί με απόλυτη βεβαιότητα, η συντριπτική πλειοψηφία των επιστημόνων συναινούν στον ανθρωπογενή χαρακτήρα της κλιματικής αλλαγής. Φυσικά, ένα πλήθος από κλιματολογικά στοιχεία αντιβαίνει στην συναίνεση αυτή. Για παράδειγμα, μετρήσεις στα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας που δείχνουν ότι η θερμοκρασία έχει ελάχιστα μεταβληθεί, ή μετρήσεις στα βάθη των ωκεανών όπου η θερμοκρασία έχει παραδόξως πέσει. Το κλίμα της Γης είναι η συνισταμένη πολλών φυσικών μηχανισμών ανάδρασης τους οποίους δεν καταλαβαίνουμε ακόμα πλήρως. Επιπλέον, η αλλαγή του κλίματος είναι μια κατά βάση φυσική διαδικασία. Η ιστορία του κλίματος δείχνει ότι πριν 500 εκατομμύρια χρόνια η θερμοκρασία ήταν 8 βαθμούς υψηλότερη και τα αέρια του θερμοκηπίου πολλές φορές περισσότερα. Η Ανταρκτική πάγωσε πριν 30 εκατομμύρια χρόνια, μάλλον εξαιτίας τεκτονικών αλλαγών που εμπόδισαν τη ροή των ωκεάνιων ρευμάτων. Οι θερμοκρασίες συνέχισαν να πέφτουν ώσπου πριν 3 εκατομμύρια χρόνια ο πλανήτης μας μπήκε σε μια περίοδο ταλαντώσεων ανάμεσα σε εποχές παγετώνων, η τελευταία εκ των οποίων τέλειωσε πριν 10.000 χρόνια. Έκτοτε ζούμε σε αυτό που οι επιστήμονες ονομάζουν «μακρύ καλοκαίρι» - και δεν είναι τυχαίο ότι η γεωργία και ο ανθρώπινος πολιτισμός ξεκίνησε τότε.

Τα μαθηματικά μοντέλα για το κλίμα είναι ακόμα ατελή, ωστόσο βελτιώνονται διαρκώς και τα καλύτερα από αυτά προβλέπουν, ως πιο πιθανό σενάριο, περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1 oC μέσα στα επόμενα 50 με 100 χρόνια.

Επιστήμη και πολιτική

Η επιστημονική συναίνεση μπορεί να μην σημαίνει απόλυτη βεβαιότητα, ωστόσο συνιστά το καλύτερο δυνατό δεδομένο που έχουμε στη διάθεσή μας όταν πρόκειται να αποφασίσουμε πολιτικές. Όμως οι αποφάσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής δεν βασίζονται μόνο στην επιστήμη του κλίματος αλλά και στην οικονομική ανάλυση. Ειδικά, είναι η δεύτερη η οποία παίζει τον βαρύνοντα ρόλο στην πρόβλεψη των πιθανών μελλοντικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Και εδώ, δεν υπάρχει καμία συναίνεση.

Για παράδειγμα, η αναφορά Stern προς τη Βρετανική Κυβέρνηση - η οποία υπολογίζει το κοινωνικό-οικονομικό κόστος της κλιματικής αλλαγής σε 86 δολάρια ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα - θεωρείται από τους περισσότερους οικονομολόγους ως λανθασμένη (οι περισσότεροι το υπολογίζουν ανάμεσα στα 2 και 12 δολάρια). Περισσότερο αξιόπιστες προβλέψεις υπολογίζουν το κόστος της κλιματικής αλλαγής στα 22 τρισεκατομμύρια δολάρια (αν η θερμοκρασία αυξηθεί κατά 3 oC, το οποίο είναι ένα πολύ «χειρότερο» σενάριο). Η επίκληση του Αλ Γκόρ για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου κατά 90% στις ανεπτυγμένες χώρες και κατά 50% στις υπόλοιπες θα μείωνε το κόστος αυτό στα 10 τρις, ωστόσο θα κόστιζε για να εφαρμοστεί 34 τρις.

Στο επίκεντρο των πολιτικών του κλίματος βρίσκεται η λογική ότι μειώνοντας την εκπομπή αερίων θα «επισκευάσουμε» το κλίμα της Γης. Κι όμως, κάτι τέτοιο είναι ένας ευσεβής πόθος και τίποτα περισσότερο. Το κλίμα είναι μια εξαιρετικά πολύπλοκη συνισταμένη ενός πλήθους παραγόντων και είναι τουλάχιστον αφελές να πιστεύουμε ότι «επισκευάζεται» τόσο εύκολα και απλά. Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να εμποδίζει τους πολιτικούς να σχεδιάζουν και να διακυρήσσουν πολιτικές επισκευής του κλίματος. Ας δούμε τις κυριότερες από αυτές, και συγκεκριμένα την πολιτική «cap-and-trade» και την επιβολή «πράσινου φόρου».

Η αναποτελεσματικότητα του Κιότο

Η δημιουργία αγορών εκπομπών τύπου cap-and-trade, οι οποίες επιτρέπουν σε εταιρίες και κυβερνήσεις να εμπορεύονται δικαιώματα εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου μέσα σε συγκεκριμένα όρια, δεν είναι οικονομικά αποτελεσματικές. Δημιουργούν συνθήκες ανάπτυξης καρτέλ που αναζητά να εκμεταλλευτεί το σύστημα και να βγάλει κέρδη. Η γραφειοκρατία που υποτίθεται επιβλέπει και συντηρεί το σύστημα συναλλάσσεται με επαγγελματίες λομπίστες και εταιρίες με πολιτικές διασυνδέσεις που επιζητούν ολοένα και περισσότερα credits, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Στην πραγματικότητα, δεν υφίστανται συνθήκες ανοιχτής αγοράς στο cap-and-trade αλλά ένα κλειστό περιβάλλον ανταγωνισμού για επιλεγμένους και καλά διασυνδεδεμένους παίκτες. Επιπλέον ο έλεγχος που ασκούν στην αγορά αυτή οι κυβερνήσεις είναι σημαντικός. Αντίθετα με ότι ισχυρίζονται στα φόρουμ για το περιβάλλον οι δυτικοί ηγέτες, στην πραγματικότητα δεν επιθυμούν να απωλέσουν το δικαίωμα των κυβερνήσεών τους για τη διαμόρφωση μακροοικονομικού σχεδιασμού. Όλοι γνωρίζουν ότι αν μειωνόταν η κατανάλωση υδρογονανθράκων, οι επιπτώσεις στην οικονομία θα ήταν από δυσμενείς έως καταστροφικές. Πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού, ανεργία, θα ήταν μερικά από τα αποτελέσματα. Δεν είναι τυχαίο ότι παρά τα μεγάλα λόγια κανένα μέλος της ΕΕ δεν έχει πετύχει τους στόχους του Κιότο (οι μόνες χώρες που το έχουν πετύχει είναι εκείνες που ξεκίνησαν να παίρνουν μέτρα μείωσης των εκπομπών πριν την υπογραφή του Κιότο που έγινε το 1997, η οποία συνθήκη όμως θεωρεί το 1990 ως έτος βάσης). Επίσης, συνθήκες τύπου Κιότο δεν θα είχαν ούτως ή άλλως κανένα σημαντικό αποτέλεσμα στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου αφού δεν επιβάλλουν περιορισμούς στην Ινδία και την Κίνα, αμφότερες οι οποίες έχουν αρνηθεί δημόσια να αποδεχθούν περιορισμούς που θα έθεταν σε κίνδυνο την οικονομική τους ανάπτυξη.

Εναλλακτικά, οι δυτικές κυβερνήσεις θα μπορούσαν να επιβάλλουν ένα «πράσινο φόρο», κάτι που θα ήταν σαφώς πιο οικονομικά αποτελεσματικό. Ένα τέτοιο μέτρο όμως θα ήταν ιδιαίτερα απεχθές στους ψηφοφόρους, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ όπου οι κυβερνήσεις ήδη υπερφορολογούν τα καύσιμα.

Οι ιστορικές και οικονομικές συγκυρίες πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη. Το τέλος της δεκαετίας του 90, όταν υπογραφόταν το Κιότο, ήταν μια διαφορετική εποχή. Σήμερα ο κόσμος αντιμετωπίζει μια βαθιά οικονομική κρίση, ενώ η ανεργία και ο πληθωρισμός απειλούν τις συνθήκες διαβίωσης στις ανεπτυγμένες χώρες. Η πρόσφατη αιχμή στην τιμή του πετρελαίου έδειξε πόσο ευάλωτες είναι οι κοινωνίες μας. Αναρωτιέμαι αν θα υπάρξει κάποιος δυτικός πολιτικός, έχων σώας τας φρένας, ο οποίος θα απαιτήσει να προστεθούν επιπλέον φόροι στα καύσιμα, αυξάνοντας έτσι το κόστος ζωής για τους καταναλωτές, ώστε τα τρισέγγονά μας εκατό χρόνια από σήμερα να μπορέσουν (χωρίς να είναι καν βέβαιο) να ζήσουν σε έναν πλανήτη με πάγους και πολικές αρκούδες. Δυστυχώς, αυτοί οι ίδιοι οι πολιτικοί, αναλογιζόμενοι το πολιτικό κόστος, δεν πρόκειται να παραδεχθούν ποτέ ότι οι υπάρχουσες πολιτικές για το κλίμα είναι είτε πρακτικά ανεφάρμοστες είτε απλά κακές. Τουτέστιν, θα συνεχίσουμε να ακούμε μεγάλα λόγια και να μην βλέπουμε να γίνεται τίποτα ουσιαστικό.

Ένας πλανήτης χωρίς πετρέλαιο;

Τα γνωστά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που υπάρχουν στη Γη είναι μη-ανανεώσιμα ωστόσο αρκούν, σύμφωνα με τους καλύτερους υπολογισμούς, για είκοσι ή τριάντα ακόμα χρόνια. Η απελευθέρωση του Αρκτικού Ωκεανού από τους πάγους, η εκμετάλλευση βαθύτερων υποθαλάσσιων κοιτασμάτων και η εξόρυξη κοιτασμάτων πίσσας θα μπορούσε να προσφέρει πετρέλαιο για άλλα διακόσια χρόνια. Επιπλέον τα κοιτάσματα άνθρακα θεωρούνται ότι αρκούν για άλλα τριακόσια χρόνια. Ο πλανήτης μας δεν υποφέρει από έλλειψη ενεργειακών αποθεμάτων. Ωστόσο, κι αν ακόμα υποθέσουμε ότι τα κλιματικά μοντέλα που προβλέπουν σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας και συνθήκες αποκάλυψης είναι λανθασμένα, υπάρχουν σημαντικοί γεωπολιτικοί και οικονομικοί λόγοι για τους οποίους ο δυτικός κόσμος θα πρέπει να στραφεί σε νέες, εναλλακτικές και ανανεώσιμες μορφές ενέργειας. Η ένταση με το Ιράν, η πρόσφατη κρίση στη Γεωργία, τα παραληρήματα του Τσάβες, ένας μελλοντικός ανταγωνισμός στον Αρκτικό Ωκεανό, η αυξανόμενη εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, δείχνουν ξεκάθαρα πόσο επικίνδυνο είναι να συνεχίζουμε τις παλιές συνήθειες.

Ωστόσο η ενεργειακή απεξάρτηση της Δύσης δεν πρόκειται να συμβεί σύντομα. Σήμερα οι υδρογονάνθρακες – άνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο – παρέχουν πάνω από τρία τέταρτα της παγκόσμιας ενέργειας. Σημαντικές επενδύσεις από κυβερνήσεις και ιδιωτικά κεφάλαια θα πρέπει να εστιαστούν στην έρευνα και ανάπτυξη ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, όπως η αιολική, η ηλιακή, αλλά και η πυρηνική, όπως και στην έρευνα για εντελώς νέες μορφές ενέργειας, π.χ. η ενέργεια του κενού.

Μέχρι τότε θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι η κλιματική αλλαγή είναι κάτι αναπόφευκτο και η καλύτερη πολιτική είναι όχι εκείνη που προσπαθεί να την αποφύγει επί ματαίω, αλλά εκείνη που προετοιμάζει την ανθρωπότητα για να την δεχτεί, εξοπλίζοντας την με την κατάλληλη γνώση και τεχνολογία.

Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή σημαίνει επίσης τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της ανθρωπότητας. Ο λόγος που η Ολλανδία μπορεί να αντιμετωπίσει καλύτερα την εισχώρηση της θάλασσας στο έδαφός της από το Μπαγκλαντές είναι η διαφορά στον πλούτο ανάμεσα στις δυό χώρες. Ένα πλούσιο Μπαγκλαντές θα μπορέσει κάποτε να αντιμετωπίσει τις κλιματικές αλλαγές και να προστατέψει τους πολίτες του και τις περιουσίες τους. Το ίδιο ισχύει για τις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής που υποφέρουν από λειψυδρία ή βλέπουν το μεγαλύτερο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού τους να χάνεται εξαιτίας του AIDS ή της ελονοσίας. Οι πλούσιες χώρες έχουν την ηθική υποχρέωση αλλά και το πρακτικό συμφέρον να υποστηρίξουν την οικονομική ανάπτυξη των φτωχότερων χωρών. Υλοποιώντας πολιτικές τύπου Κιότο και βάζοντας φόρους όχι μόνον δεν βοηθάμε τους φτωχούς να γίνουν πλουσιότεροι, αλλά τους καταδικάζουμε για πάντα στη φτώχια και την αρρώστια, δυναμιτίζοντας ταυτόχρονα τα θεμέλια της δικής μας ευμάρειας και οικονομικής ανάπτυξης.